Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΕΚΑΠΟΛΙΣ ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΚΟΙΛΗΝ ΣΥΡΙΑΝ


Στην ευρύτερη περιοχή της Κοίλης Συρίας οι Μακεδόνες Έλληνες έκτισαν πολλές πόλεις, πάνω από 100, οι μεγαλύτερες μάλιστα δημιούργησαν μία ομοσπονδία, την ΔΕΚΑΠΟΛΗ, που έζησε και μεγαλούργησε για 1000 χρόνια πριν τις καταστρέψουν οι Άραβες. Η Δεκάπολη αποτελούνταν, συνολικά, από 18 ελληνικές πόλεις με καθαρό ελληνικό πληθυσμό πού μιλούσε ελληνικά, έγραφε ελληνικά, πήγαινε σε ελληνικά θέατρα και παρακολουθούσε Αισχύλο και Σοφοκλή, πήγαινε σε ελληνικά γυμναστήρια και τελικά δεν διέφερε σε τίποτε από μία τυπική ελληνική πόλη της μητροπολιτικής Ελλάδος


Ο όρος Δεκάπολις (δέκα πόλεις) αναφέρεται σε μια γεωγραφική περιοχή της Κοίλης Συρίας, επί το πλείστον ανατολικά του ποταμού Ιορδάνη, όπου κατά την «ελληνιστική» και ρωμαϊκή εποχή υπήρχε ένας αριθμός «ελληνιστικών» πόλεων. Ορισμένες πηγές αναφέρουν τις πόλεις σαν δέκα σε αριθμό και άλλες ως περισσότερες. Υπήρχε και άλλη Δεκάπολις, στην Ισαυρία της νότιας Μικράς Ασίας.

Η Δεκάπολις της Κοίλης Συρίας δεν ήταν απαραίτητα συνασπισμός ή συμμαχία πόλεων. Στις πηγές αναφέρεται πάντα με την έννοια γεωγραφικής περιφέρειας ως «περιοχή Δεκαπόλεως» (Regio Decapolitana). Σε κάποια βιβλιογραφία αναφέρεται και ως συνασπισμός, ομοσπονδία ή συμμαχία πόλεων, αλλά αυτό δεν προκύπτει από τις πρωτογενείς πηγές. Η περιοχή της Δεκάπολις έχει σημαντική θέση στην ιστορία των πρώτων χριστιανικών αιώνων.
Στην ομοσπονδία αυτή των δέκα ελληνικών πόλεων της Κοίλης Συρίας ζούσαν κατά εποχές και τόσοι άλλοι λαοί σε μικρές η περαστικές περιόδους, ως υπήκοοι πλέων των ελληνικών βασιλείων .




Ο Ναός του Ηρακλή στην  αρχαία Ελληνική πόλη Φιλαδέλφεια.το σημερινό Αμμάν της Ιορδανίας


 Οι πόλεις αυτές αποτελούσαν αργότερα και τμήμα του ευρύτερου αποικισμού του Πομπήιου το 64-63 π.Χ. Γραπτή αναφορά στη Δεκάπολη απαντά στην Καινή Διαθήκη, αλλά και από τον Κλαύδιο Πτολεμαίο .Παρά την ονομασία της ομοσπονδίας, ο αριθμός των πόλεων δεν ήταν σταθερός και αρχαίοι συγγραφείς δεν συμφωνούν ως προς τις πόλεις που την αποτελούσαν.
Ο Πλίνιος αναφέρει ότι την Δεκάπολη συνιστούσαν οι πόλεις Δαμασκός, πλάι στον Χρυσόροο ποταμό προς τα βόρεια και η Φιλαδέλφεια προς τα νότια , τα Ραφανά, η ελληνίδα Σκυθόπολις όπου οι κάτοικοί τις ανέφεραν ότι την ίδρυσε ο Διόνυσος και η μοναδική ευρισκόμενη δυτικά του ποταμού Ιορδάνη ,  τα Γάδαρα, η  Ιππών δηλαδή η Αντιόχεια παρά τον Ίππο ,το  Δίον, η  Πέλλα η πόλη του Μ Αλέξανδρου προς τιμήν της εν Μακεδονία Ελληνίδας Πέλλας ,η  Γέρασα και η πόλη  Καναθά, ενώ ο Πτολεμαίος αγνοεί τη Ραφανά και στις προαναφερθείσες προσθέτει τα Άβηλα, τις Λυσιανές και την Καπιτωλιάδα .
.
Η περιοχή της Δεκάπολις περιλάμβανε κατοικήσεις που θεωρούνταν πόλεις από κάθε άποψη. Δηλαδή με εκκλησία του Δήμου και συμμετοχή των πολιτών στην κοινωνία της και την πολιτική της ζωή ο ελληνικός τρόπος ζωής δηλαδή και όχι απλή συνάθροιση και συγκατοίκησή ανθρώπων .Υπάρχουν επιγραφές που αναφέρουν την λέξη ...«πόλη», αλλά και  επιγραφές με λέξεις όπως ... «αγορανόμος»  Αποτελούσαν μια εδαφική συνέχεια που εκτεινόταν από το Δίον και την Δαμασκό προς τον   Βορρά έως τη Φιλαδέλφεια (σημερινό Αμμάν) στο Νότο και από τη Σκυθόπολη , στα Δυτικά μέχρι τα όρια της ερήμου στα Ανατολικά. Οι περισσότερες από τις πόλεις ιδρύθηκαν κατά τη διάρκεια της περιόδου των Σελευκιδών, αλλά τα Γάδαρα, η Σκυθόπολις, η Πέλλα και η Φιλαδέλφεια ιδρύθηκαν από τους Πτολεμαίους.

[ Σημ.: Πιθανότατα υπήρχε και άλλη πόλη με το όνομα Γάδαρα, ή Γαδαρίς στην Ιουδαία, η οποία και αναφέρεται στην Π. Διαθήκη. Τα Γάδαρα της Καινής Διαθήκης πιστεύεται ότι είναι η πόλη της Δεκάπολης. Μ. Σιώτης, "Γάδαρα - Εκκλησιαστική Ιστορία", Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, Αθήνα, 1964, τ. 4, σ. 135-137. Αναφέρεται στο http://ikee.lib.auth.gr/record/132877/files/GRI-2013-11125.pdf Bsharah Dahabreh, "Η δικαιοδοσία της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων στις πέραν του Ιορδάνου Επαρχίες της (1ος αι. - 16ος αι.) Μεταπτυχιακή εργασία, Θεολογική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, 2012, σ. 50.]]….


Έναν κατάλογο πόλεων δίνει και ο Ιουδαίος ιστορικός Φλάβιος Ιώσηπος(Αρχαιότητες, XIV, 76). Η πιο αρχαία και αξιόπιστη ιστορική πηγή για τη Δεκάπολη είναι ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος (περίπου 23-79 μ.Χ). Στο βιβλίο του Naturalis Historia (V. xvi. 74) αναφέρει ότι κοντά στην Ιουδαία, προς την κατεύθυνση της Συρίας, εκτείνεται η «περιοχή της Δεκάπολης», που ονομάστηκε έτσι λόγω του αριθμού των πόλεων που περιείχε. Ο ίδιος σημειώνει ότι δεν συμφωνούν όλοι στο ποιες είναι αυτές οι πόλεις, αλλά ότι οι περισσότεροι αναφέρονται στις εξής:

1. Γέρασα,

2. Σκυθόπολη,

3. Αντιόχεια (του Ίππου),

4. Γάδαρα,

5. Πέλλα,

6. Φιλαδέλφεια (το σημερινό Αμμάν, πρωτεύουσα της Ιορδανίας)

7. Δίον

8. Καναβάτη Συρίας

9. Ραφάνα Ιορδανίας ,( Άβιλα, Σελεύκεια )

10. Δαμασκός, η πρωτεύουσα της σημερινής Συρίας (βορειότερα από τις άλλες πόλεις)


Η Κοίλη Συρία

Η περιοχή της Κοίλης Συρίας 
Το τμήμα αυτό της Συρίας διετέλεσε διαρκώς το μήλον της έριδος μεταξύ Σελευκιδών και Λαγιδών. Έτσι εδώ ιδρύθηκαν πόλεις και από τους μεν και από τους δε.

Οι πόλεις της Δεκάπολης με τις περιφέρειες τους 
Πόλεις της Κοίλης Συρίας
  • -Λαοδίκεια η προς Λιβάνω
  • -Απολλωνία
  • -Δαμασκός,η οποία ανοικοδομήθηκε από τους Μακεδόνες και τους Πτολεμαίους. Οι παραδόσεις της μαρτυρούν τον εξελληνισμό της.
  • -Λευκάς
  • -Δίον
  • - Καπιτωλιάς
  • -Πέλλα
  • -Γέρασα
  • -Ίππος
  • -Γάδαρα
  • -Αντιόχεια
  • -Αντιόχεια άλλη (Δάφνης ;)
  • -Αίνος
  • -Φιλαδέλφεια
  • -Φιλωτέρα
  • -Άζωτος
  • -Απολλωνία
  • -Ανθηδών
  • -Στράτωνος Πύργος (Δημητριάς ; )( Καισάρεια του Ηρώδη)
  • -Βερενίκη
  • -Πτολεμαίς, (Άκρα) αξιολογώτατο φρούριο σε εκείνη την παραλία, που κτίσθηκε κατά τα φαινόμενα από τον δεύτερο Λαγίδη.


Ίδρυση της «Ομοσπονδίας»  της Δεκαπόλεως.

Η έννοια του συνασπισμού πόλεων ήταν γνωστή στον ελληνικό κόσμο από την αρχαϊκή μέχρι τη ρωμαϊκή περίοδο, αλλά ο χαρακτήρας και ο σκοπός τους άλλαζαν από εποχή σε εποχή και από περιοχή σε περιοχή.

Πιθανότατα στο διάστημα που μεσολάβησε ανάμεσα στην κατάκτηση της περιοχής από τον Πομπήιο και στο θάνατο του Ηρώδη του Μεγάλου (περ. 1 μ.Χ.), δέκα από αυτές τις ελληνιστικές πόλεις συνενώθηκαν σε έναν χαλαρό συνασπισμό γνωστό ως Δεκάπολη. Το κίνητρο πίσω από αυτή την ένωση φαίνεται πως ήταν το αμοιβαίο ενδιαφέρον αυτών των πόλεων για στενές εμπορικές σχέσεις καθώς και η προφύλαξή τους από ανθελληνικές δυνάμεις μέσα στην Κοίλη Συρία ή από τις επιθέσεις των νομαδικών φυλών που κατοικούσαν στις ερήμους στα Ανατολικά .



 Ο όρος «Δεκάπολη» πρωτοεμφανίζεται και στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές και στα συγγράμματα του Ιώσηπου και του Πλίνιου του Πρεσβυτέρου (οι οποίοι έζησαν τον πρώτο αιώνα μ.Χ.). Ο Πλίνιος, αν και αναγνωρίζει ότι υπήρχε ήδη διάσταση απόψεων, κατονόμασε τις ακόλουθες πόλεις ως τις αρχικές δέκα: τη Δαμασκό, τη Φιλαδέλφεια, τη Ραφανά, τη Σκυθόπολη, τα Γάδαρα, την Ιππώνη, το Δίον, την Πέλλα, τα Γέρασα και την Καναθά. (Φυσική Ιστορία [Naturalis Historia], V, XVI, 74) Από αυτές, μόνο η Σκυθόπολη βρισκόταν Δυτικά του Ιορδάνη, και μάλιστα λόγω της στρατηγικής θέσης της Κοιλάδας της Εσδρηλών χρησίμευε ως σημαντικός συνδετικός κρίκος με τα παράλια και τα λιμάνια της Μεσογείου.
Η Δαμασκός, πολύ βορειότερα στη Συρία, προφανώς είχε περιληφθεί στη Δεκάπολη λόγω της σπουδαιότητας που κατείχε ως κέντρο εμπορίου. Η Φιλαδέλφεια (η αρχαία Ραββά, το σημερινό Αμμάν) ήταν η νοτιότερη αυτών των δέκα πόλεων, καθώς βρισκόταν μόνο γύρω στα 40 χλμ. ΒΑ του βόρειου άκρου της Νεκράς Θαλάσσης.
Οι υπόλοιπες πόλεις βρίσκονταν στην εύφορη περιοχή της Γαλαάδ ή της γειτονικής Βασάν. Οι περισσότερες από αυτές πιστεύεται ότι βρίσκονταν πάνω ή κοντά στους κύριους δρόμους αυτής της περιοχής. Η Καναθά είναι πιθανώς η Κενάθ του εδαφίου Αριθμοί 32:42.


ΧΑΡΤΗΣ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ  ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΠΛΙΝΙΟ ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟ ΚΑΙ ΚΛ. ΠΤΟΛΕΜΑΙΟ

Το δεύτερο αιώνα μ.Χ., ο Κλαύδιος Πτολεμαίος κατονομάζει 18 πόλεις ως μέλη της «Δεκάπολης», πράγμα που μπορεί να υποδηλώνει ότι η ονομασία αυτή έφτασε στο σημείο να χρησιμοποιείται με γενικό τρόπο και ότι ο αριθμός των πόλεων ποίκιλλε. Μερικοί λόγιοι θεωρούν ότι η Άβιλα, την οποία αναφέρει ο Πτολεμαίος, περιλαμβανόταν στις αρχικές δέκα πόλεις αντί της Ραφανά. Όπως και να έχουν τα πράγματα, καθίσταται προφανές ότι η περιοχή της Δεκάπολης δεν είχε επακριβώς καθορισμένα όρια και ότι η εξουσία των πόλεων της Δεκάπολης δεν επεκτεινόταν σε όλα τα ενδιάμεσα εδάφη αλλά ασκούνταν μόνο εντός της περιφέρειας της εκάστοτε πόλης.





ΟΙ ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΔΕΚΑΠΟΛΕΩΣ


Το Δίον, μία αρχαία ελληνική πόλη στη Δεκάπολη της Κοίλης Συρίας και η Καπιτωλιάς 

Ιδρύθηκε από τον Μέγα Αλέξανδρο που εγκατέστησε εκεί Μακεδόνες απόμαχους από το Δίον της Πιερίας. Οι ντόπιοι Σημίτες παρέφθειραν την ελληνική ονομασία σε Adun, Idoun, ή Aydoun. Από τον Στέφανο τον Βυζάντιο μαθαίνουμε ότι τα ύδατα της πόλεως ήταν μολυσμένα. Από τον κατάλογο του Βυζαντινού γραμματικού Ιεροκλέους, στον Συνέκδημό του, μαθαίνουμε πως το Δίον ανήκε στην επαρχία Αραβίας με έδρα την Σκυθόπολη.
Η πόλη καταστράφηκε από τον βασιλιά των Ιουδαίων Αλέξανδρο Ιανναίο το 83/2 π.Χ. (103 -73 π.Χ.), επειδή οι Μακεδόνες κάτοικοί της αρνήθηκαν και αυτοί  να ασπασθούν τον Ιουδαϊσμό. Έτσι διασκορπίστηκαν στις γύρω πόλεις, όπως και οι Πελλαίοι. Με την ρωμαϊκή κατάκτηση (64 π.Χ.) ο Πομπήιος ανοικοδόμησε το Δίον και οι Μακεδόνες επέστρεψαν στην πόλη τους.


Νόμισμα από το Δίον της Δεκαπόλης στην Κοίλη Συρία περιόδου Αυτοκράτορα Καρακάλλα 198-217 μ.Χ. με ελληνική γραφή .
Οι σημερινοί επιστήμονες αδυνατούν να ταυτίσουν την  ελληνιστική/μακεδονική πόλη του Δίου. Μονάχα εικασίες μπορούν να διατυπώσουν. Αρκετοί συγκλίνουν στην πόλη της Ιορδανίας Al Husn που παράγει κρασί, δημητριακά και ελαιόλαδο, πράγματα απαραίτητα για το εμπόριο μιας τυπικής αρχαιοελληνικής πόλης.

Χάρτης από το Βερολίνο του Heinrich Kiepert.Asia citerior.-Coele_Syria
Πρόκειται για έναν προσχωσιγενή τόπο (ήδη από την 3η χιλιετία π.Χ.), με ταφικά μνημεία όλων των περιόδων έως και της βυζαντινής. Άλλοι ερευνητές ταυτίζουν το Δίον με τον λόφο Tell al-Ash'arī. Αρκετοί επίσης υποστηρίζουν ότι η εν λόγω πόλη είναι η μεταγενέστερη ρωμαϊκή Καπιτωλιάς, των χρόνων του Νέρβα και Τραϊανού.

Νόμισμα από την Δεκάπολη   Καπιτωλιάς με ελληνική γραφή επί του Μάρκου Αυριλίου  161-180 μ.Χ. 
Τέλος η ύπαρξη επιβλητικού ελληνιστικού φρουρίου στο Qalat al Rambadh της δυτικής Ιορδανίας, οδηγεί σε μια επιπλέον συνταύτιση με την αγνώστου τοποθεσίας αρχαία πόλη. Σώθηκαν πάντως νομίσματα με γυναικείες μορφές και την επιγραφή ΔΕΙΗΝΩΝ.
Ο Στέφανος Βυζάντιος εθνικά στο λήμμα Δίον: ...ζ' κοίλης Συρίας, κτίσμα Αλεξάνδρου, η και Πέλλα, ης το ύδωρ νοσερόν. Και το εθνικόν Διηνός, ως δηλοί το επίγραμμα: νάμα το Διηνόν, γλυκερόν ποτόν, ην δε γε πίης, παύση μεν δίψης, ευθύ δε και βιότου.


 Σελεύκεια (Άβιλα ) η αρχαία ελληνική πόλη στη Δεκάπολη της Κοίλης Συρίας.

Τα Άβιλα Δεκαπόλεως, (ονομασία και ως Ραφάνα ) μεταγενέστερα Σελεύκεια {και αυτή]  Δεκαπόλεως, ήταν αρχαία πόλη στη Δεκάπολη της Κοίλης Συρίας. Η ονομασία Άβιλα ίσως προέρχεται από τη σημιτική λέξη 'Αβελ (λιβάδι στα Σημιτικά) . Βρισκόταν κοντά στον παραπόταμο Γιαρμούκ (Yarmouk) του Ιορδάνη. Ο Ευσέβιος τοποθετεί την πόλη 19 χλμ ανατολικά των Γαδάρων.



Αποτύπωση του 1982 με ένα θυσιαστήριο από τον ανασκαφικό χώρο της Σελεύκειας (Άβιλα) της Δεκαπόλεως στην Κοίλη Συρία 

Η περιοχή των Αβίλων-Σελεύκειας είχε κατοικηθεί ήδη από το 3000 π.Χ. κατά την εποχή του Χαλκού. Από τότε και μέχρι σήμερα η ανθρώπινη παρουσία είναι διαρκής, όπως αποδεικνύεται από τις ανασκαφές .
Τα Άβιλα απέκτησαν μεγαλύτερη σημασία κατά την ελληνιστική περίοδο. Μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου (323 π.Χ.) πέρασε στην Πτολεμαϊκή κατοχή. Η πόλη φαίνεται ότι αρχικά αποικίστηκε από αυτή τη μακεδονική δυναστεία της Αιγύπτου. Το 218 π.Χ. ο Σελευκίδης βασιλιάς Αντίοχος Γ΄ κατανίκησε τις Πτολεμαϊκές ενισχύσεις του στρατηγού Νικία και κατέκτησε την πόλη.

Η πόλη περιήλθε και πάλι στον Πτολεμαϊκό έλεγχο, αλλά πέρασε οριστικά στην Σελευκιδική κατοχή μετά την νίκη στο Πάνειον όρος (198 π.Χ.) και ίσως τότε να επανιδρύθηκε ως ελληνική πόλη με το όνομα Σελεύκεια. Έκτοτε οι κάτοικοι της πόλεως καλούνταν Σελευκεῑς Ἀβιληνοί.

Το 83/2 π.Χ. η πόλη πέρασε στην κατοχή του Αλεξάνδρου Ιανναίου (103-76 π.Χ.) βασιλιά των Ιουδαίων. Το 64 π.Χ. μετά από είκοσι έτη  έπεσε στα χέρια των Ρωμαίων του Πομπήιου, ο οποίος την κατέστησε αυτόνομη. Από την περίοδο εκείνη έγινε τμήμα της Δεκαπόλεως και έκοψε τα νομίσματά της. Στην εποχή του Καρακάλλα έφερε τον τίτλο Σελεύκεια Άβιλα. Κατά τη βυζαντινή περίοδο ανήκε στην επαρχία Palestina Secunda (Παλαιστίνη Β΄).

Την θέση της Ιορδανικής Σελεύκειας κατέχει το χωριό Τελλ Αμπίλ (αγγλικά: Tell Abil) της Ιορδανίας. Παρόλο που αρκετές από τις αρχαίες δομές της έχουν ανασκαφεί όπως υδραγωγεία, τάφοι, πύλες και δημόσια κτίρια, τα Άβιλα είναι ιδιαίτερα συναρπαστικά, επειδή τόσο μεγάλο μέρος των λειψάνων τους είναι ακόμα θαμμένα στο έδαφος.
 Ο πρώτος Ευρωπαίος που επισκέφθηκε την τοποθεσία ήταν ο Ούλριχ Τζάσπερ Seetzen το 1806. Τα
ερείπια έχουν περιγραφεί σε δημοσιευμένη βιβλιογραφία ήδη από το 1889 από τον Guy Le Strange. Η περιοχή χωρίζεται σε ξεχωριστές περιοχές με βάση τη θέση τους και τα αρχαιολογικά χαρακτηριστικά. Οι περιοχές αυτές ορίζονται ως εξής: Περιοχή Α, πεδίο AA, Χώρος Β, Περιοχή Γ, Τομέας Δ, Περιοχή DD, E Χώρος και Χώρος Η.


Αρχαιολογικός χώρος της Σελεύκειας- Άβιλα 1982

Μεγαλιθικές στήλες υπάρχουν στο Ουμ Ελ-Αμάντ (η μητέρα των στηλών). Ο χώρος έχει ανασκαφεί σε μεγάλο βαθμό από το 1980. Οι ανασκαφές έχουν δείξει διηνεκή κατοίκηση στην Σελεύκεια από το 4000 π.Χ. έως το 1500 και έχουν έλθει στο φως πολλά έργα τέχνης, τμήματα των τειχών της πόλης, θέατρο και εκκλησία του 6ου αιώνα. Η πόλη παραμένει έδρα επισκόπου της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, με τον τίτλο Abilenus. Η επισκοπική έδρα παραμένει κενή από το 1977. Αρχαιολογικά στοιχεία δείχνουν ένα ναό στην περιοχή που χρησιμοποιήθηκε για τη λατρεία του Ηρακλή, της Τύχης και της Αθηνάς. Περαιτέρω στοιχεία έχουν δείξει ότι ο χώρος χρησιμοποιήθηκε για τη χριστιανική λατρεία, τουλάχιστον τον έβδομο έως τον όγδοο αιώνα.


Φιλαδέλφεια η αρχαία ελληνική πόλη στη Δεκάπολη της Κοίλης Συρίας.

Φιλαδέλφεια -Ο ναός του Ηρακλέους. 
Ακολούθως περιήλθε στη κατοχή των Ασσύριων, των Περσών και στη συνέχεια των Ελλήνων. Μετά την κατάκτηση της από τον Πτολεμαίο Β΄ το Φιλάδελφο (285 π.Χ.)τον Έλληνα άρχοντα της Αιγύπτου μετονομάστηκε προς τιμήν του σε Φιλαδέλφεια.

Τοπογραφικό της Φιλαδέλφειας 

Ακρόπολη της Φιλαδέλφειας κτίσματα της «Βυζαντινής » εποχής 
Βασιλική βυζαντινής εποχής στην ακρόπολη της Φιλαδέλφειας 

Η Φιλαδέλφεια έγινε τμήμα του βασιλείου των Ναβαταίων μέχρι και το 106 μ.Χ. όποτε κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους ενώ διατήρησε την ονομασία της μέχρι και τα βυζαντινά χρόνια.



ΣΥΡΙΑ,  . Φιλαδέλφεια Δεκάπολης. Αδριανός.  117-138. μ.Χ.   προτομή του Αδριανού δεξιά / η θεά Τύχης

Την περίοδο εκείνη η πόλη ανήκε στη Δεκάπολη των λεγομένων « Ελληνιστικών» Χρόνων (1ος αίωνας π.Χ. - 2ος αιώνας μ.Χ.). Οι Ρωμαίοι ανοικοδόμησαν την πόλη και μερικά εξαιρετικά ερείπια αυτής της εποχής διασώζονται μέχρι σήμερα.

Το αρχαίο θέατρο της πόλεως 
Γενική άποψη του χώρου του θεάτρου 

Το 324, ο Χριστιανισμός γίνεται επίσημη θρησκεία του ρωμαϊκού κράτους, συνεπώς και της Φιλαδέλφειας η οποία μάλιστα έγινε και έδρα μιας επισκοπής στις αρχές του Βυζαντίου. Μια από τις εκκλησίες τις εποχής διασώζεται μέχρι σήμερα στην ακρόπολη της αρχαίας ελληνικής Φιλαδέλφειας του σημερινού Αμμάν.

Ο ναός του Ηρακλέους στην Φιλαδέλφεια 
Ο ναός του Ηρακλέους στην Φιλαδέλφεια -Αναπαράσταση της αρχικής του μορφής
Άποψη του ναού του Ηρακλέους 
Δαμασκός η αρχαία ελληνική πόλη στη Δεκάπολη της Κοίλης Συρίας.


Νόμισμα από την Δαμασκό επί Αυτοκράτορα Καρακάλλα 198-217 μ.Χ.
 Οι πρώτες πληροφορίες για την ύπαρξη της Δαμασκού αναφέρονται στο 16ο αιώνα π.Χ., όταν ακόμη βρισκόταν κάτω από την κυριαρχία των Φαραώ της Αιγύπτου. Αργότερα, τον 10ο αιώνα περίπου π.Χ. έγινε το κέντρο του βασιλείου της Δαμασκού. Κατά την εποχή των Σελευκιδών, η πόλη -ή μέρος της- μετονομάστηκε σε Δημητριάδα. Μέσα από αυτήν διέρχεται ο  Χρυσορρόας ποταμός , όπως τον ονομάζουν οι αρχαίοι Έλληνες.

Ο ναός του Τιμίου Προδρόμου εν Δαμασκώ  ,νύν μουσουλμανικο τέμενος 

Δαμασκός κατακτήθηκε από τον Μέγα Αλέξανδρο . Μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου το 323 π.Χ., η Δαμασκός έγινε η περιοχή ενός αγώνα μεταξύ των Σελευκιδών και των Πτολεμαίων . Ο έλεγχος της πόλης  συχνά περνάει από την μία αυτοκρατορία στην άλλη. Σέλευκος Α Νικάτωρ , ένας από τους στρατηγούς του Αλεξάνδρου, έκανε την Αντιόχεια  πρωτεύουσα της αχανούς αυτοκρατορίας του, η οποία οδήγησε στην πτώση της σημασίας της Δαμασκού σε σχέση με τις νέες  πόλεις Σελευκιδών όπως η Λατάκια στον βορρά. Αργότερα, ο Δημήτριος III Φιλοπάτορας ξανάχτισε την πόλη, σύμφωνα με το ελληνικό ιπποδάμειο σύστημα και την μετονόμασε σε «Δημητριάδα»
Η Πύλη του Ήλιου, όπως ήταν γνωστή στους ρωμαϊκούς χρόνους, χρονολογείται περίπου το  200 μ.Χ Η πύλη είχε μικρές αμυντικές δομές, αλλά μάλλον πλαισιώνεται από πύργους και από τις δύο πλευρές.

Το 64 π.Χ., ο Ρωμαίος  Πομπήιος προσάρτησε το δυτικό τμήμα της Συρίας. Οι Ρωμαίοι κατέλαβαν τη Δαμασκό και στη συνέχεια άφησαν να ενσωματωθεί στο ελληνικό σύστημα των δέκα πόλεων γνωστή ως Δεκάπολη  που οι ίδιοι είχαν ενσωματώσει στην επαρχία της Συρίας και τους χορηγήθηκε αυτονομία. 
Μία από της 7 αρχαίες πύλες της Δαμασκού Το τείχος της χτίστηκε κατά τη Ρωμαϊκή εποχή και ήταν αφιερωμένη στον Κρόνο.
Η πόλη της Δαμασκού ήταν εντελώς επανασχεδιασμένη από τους Ρωμαίους αφού  ο Πομπήιος κατέκτησε την περιοχή. Ακόμα και σήμερα η παλιά πόλη της Δαμασκού διατηρεί το ορθογώνιο σχήμα της ρωμαϊκής πόλης, με δύο κύριους άξονες της: το Decumanus Maximus (ανατολή-δύση) Γνωστή σήμερα ως Via Recta ) και το Cardo (βορρά-νότου), η Decumanus είναι περίπου διπλάσια σε μήκος. Οι Έλληνες κάτοικοι την ρωμαϊκή περίοδο  έχτισαν μια μνημειακή πύλη που σώζεται στο ανατολικό άκρο της Decumanus Μαξίμου. Η πύλη είχε αρχικά τρία τόξα: η κεντρική αψίδα ήταν για άρματα ενώ οι πλευρικές αψίδες ήταν για τους πεζούς. 
Η Αρχαία Πόλη της Δαμασκού H Δαμασκός μετονομάστηκε Ιερή Δημητριάδα  κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Δημητρίου ΙΙΙ (97-88 π.Χ.) και με αυτό το όνομα παρέμεινε μέχρι το 36 π.Χ., όταν επανήλθε πίσω στο Δαμασκός.
Στο 23 π.Χ. ο Ηρώδης ο Μέγας πήρε ως δώρο Από τον Αύγουστο καίσαρα τα εδάφη που ελέγχονται από τον Ζηνόδωρο και ορισμένοι μελετητές πιστεύουν στον Ηρώδη χορηγήθηκε επίσης ο έλεγχος της Δαμασκού . Ο έλεγχος της Δαμασκού επανήλθε στη Συρία,  μετά το θάνατο του Ηρώδη του Μεγάλου και ήταν μέρος των εδαφών δόθηκε στον Ηρώδη Φιλίππου, που δόθηκαν στη Συρία με το θάνατό του το 33/34 μ.Χ..
Δαμασκός έγινε μια μητρόπολη από τις αρχές του 2ου αιώνα και στο 222 αναβαθμίστηκε σε Colonia από τον αυτοκράτορα Σεπτίμιο Σεβήρο . Κατά τη διάρκεια της Pax Romana , η Δαμασκός και η ρωμαϊκή επαρχία της Συρίας σε γενικές γραμμές άρχισαν να ευημερούν. Σημασία της Δαμασκού ως κεντρική  πόλη ήταν εμφανής με τους εμπορικούς δρόμους από τη νότια Αραβία , Παλμύρα , Πέτρα , και τα δρομολόγια του μεταξιού από την Κίνα όλα συγκλίνουν σε αυτό. Η πόλη πληρούσε τις Ρωμαϊκές απαιτήσεις για τις ανατολικές πολυτέλειες. Γύρω στο 125  ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Αδριανός προώθησε την πόλη της Δαμασκού σε «Μητρόπολη της Κοίλης Συρίας ».
Ερείπια του ναού του Δία στην είσοδο της Al-Hamidiyah Souq
Μικρά ερείπια της αρχιτεκτονικής των Ρωμαίων υπάρχουν , αλλά η πολεοδομία της παλιάς πόλης πριν από αυτούς είχε μια μόνιμη επίδραση. Οι αρχιτέκτονες κατά την ρωμαϊκή περίοδο συγκέντρωσαν τα Ελληνικά  και αραμαϊκά θεμέλια της πόλης  συντήκοντάς τα  σε μια νέα διάταξη πόλεως με διαστάσεις περίπου 1.500 από 750 μ.  και που περιβάλλεται η πόλη αυτή από ένα τείχος . Το τείχος της πόλης περιείχε επτά πύλες, αλλά μόνο η ανατολική πύλη (Bab Sharqi) παραμένει από τη ρωμαϊκή περίοδο. Η Δαμασκός της ρωμαϊκής περιόδου  βρίσκεται κυρίως σε βάθη έως και πέντε μέτρα (16,4 πόδια) κάτω από τη σύγχρονη πόλη.
.

Νόμισμα -Δαμασκός ως Δημητριάδα, 97 - 36 π.Χ.,  δαφνοστεφανωμένη κεφαλή του Απόλλωνα (;) δεξιά /ΔΗΜΗΤΡΙΕΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ  ο Δίας στέκεται αριστερά, κρατώντας σκήπτρο, όλα μέσα σε δάφνινο στεφάνι.
Την εποχή του Χριστού αναφέρεται σαν μεγάλο εμπορικό και πολιτιστικό κέντρο, γνωστή άλλωστε και από την ιστορία του Απόστολου Παύλου. Στη Δαμασκό βρίσκεται από το 1343 η έδρα του Πατριαρχείου Αντιοχείας.

Τείχη της Δαμασκού Φωτ. προηγούμενου αιώνα 


Η θεά Τύχη σε νόμισμα της Δαμασκού επί Κλεοπάτρας 7ης 
Η πύλη Bab Tuma στην Δαμασκό 

Ο παλαιός  Δήμος της Bab Tuma αναπτύχθηκε στα τέλη της Ρωμαϊκής / Βυζαντινής εποχής από την τοπική Ανατολική Ορθόδοξη κοινότητα. Σύμφωνα με τις Πράξεις των Αποστόλων , του Αγίου Παύλου και Αγίου Θωμά και έζησε σε αυτή τη γειτονιά. Ρωμαιοκαθολικοί ιστορικοί θεωρούν επίσης την Bab Tuma να είναι η γενέτειρα πολλών παπών , όπως τον Ιωάννη Ε ' και Γρηγορίου του 3ου


ΠΡΟΣΕΧΩΣ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ
  • Τα Γάδαρα η αρχαία ελληνική πόλη στη Δεκάπολη της Κοίλης Συρίας.
  • Η Αντιόχεια του Ίππου η αρχαία ελληνική πόλη στη Δεκάπολη της Κοίλης Συρίας.
  • Η Γέρασα η αρχαία ελληνική πόλη στη Δεκάπολη της Κοίλης Συρίας.
  • Πέλα η αρχαία ελληνική πόλη στη Δεκάπολη της Κοίλης Συρίας.
  • Σκυθόπολη η αρχαία ελληνική πόλη στη Δεκάπολη της Κοίλης Συρίας.





ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΤΩΝ ΓΡΑΦΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΓΑΛΙΛΑΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΙΗΣΟΥ



Η ΓΑΛΙΛΑΙΑ - Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΤΡΙΔΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ: Την εποχή του Χριστού σε ολόκληρη την Παλαιστίνη, σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές ζούσαν 500.000 Ιουδαίοι και 3.000.000. Έλληνες! Μόνο στην πόλη της Καισαρείας ζούσαν 700.000 Έλληνες και 200.000 Ιουδαίοι. Η ξακουστή Ελληνική Δεκάπολη η κατ’ άλλους Δωδεκάπολη, αυτό το διαμάντι του Ελληνικού Πολιτισμού στην Μέση Ανατολή, αποτελούνταν από τις εξής ελληνικές πόλεις, που έσφυζαν από ζωή, δημιουργία, προκοπή, πρόοδο:
 - Δαμασκός, - Φιλαδέλφεια, - Ράφανα, - Σκιθούπολη, - Γάδαρα, - Ίππος, - Δίον, - Πέλλα, - Κάνατα, - Ηλιούπολη, - Άβυλα, - Σόανα, - Ίνα, - Άδρα, - Γάδορα

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ: Η επαρχία της Γαλιλαίας στην οποία γεννήθηκε μεγάλωσε και δίδαξε ο Ιησούς όπως και οι γειτονικές επαρχίες της Δεκαπόλεως και της Περαίας, ήταν κατά την εποχή εκείνη πλήρως εξελληνισμένες καθώς για διάστημα τριών αιώνων προ της Ελεύσεως του Χριστού, ευρίσκοντο... υπό την διοίκηση αρχικά των Πτολεμαίων και αργότερα των Σελευκιδών απογόνων της εκστρατείας του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Η Ελληνιστική περίοδος διήρκεσε στην....Παλαιστίνη κατά την περίοδο 332-63 π Χ. Η πλειονότητα λοιπόν των πόλεων της Γαλιλαίας όπως και των άλλων επαρχιών που συνόρευαν με την Ιουδαία ήταν Ελληνιστικές χωρίς αυτό να σημαίνει ότι σ’ αυτές κατοικούσαν μόνον Έλληνες.
Στις ίδιες πόλεις κατοικούσαν Ιουδαίοι, Σύροι, Παλαιστίνιοι και Άραβες, όμως η οργάνωση των πόλεων και ο τρόπος ζωής ήταν Ελληνικά.

Επίσης με σύσταση του Πτολεμαίου διατάχθηκαν οι γειτονικές Ελληνικές πόλεις να υποχρεώνουν τους Ιουδαίους να τηρούν τα έθιμα των Ελλήνων, ψήφισμα δε εξέπεσεν είς τας αστυγείτονας πόλεις Ελληνίδας Πτολεμαίου υποτιθεμένου την αυτήν αγωγήν κατά των Ιουδαίων άγειν και σπλαγνίζειν
Β' Μακκαβαίων 6. 8. 

Οι ίδιοι οι Ιουδαίοι καταγράφουν στην Βίβλο ότι γύρω από την Ιουδαία υπήρχαν Ελληνικές πόλεις.
Η εποχή στην οποία αναφέρεται το απόσπασμα είναι περί το 170 π Χ και ο Κυβερνήτης που έδωσε την διαταγή να τηρούνται τα Ελληνικά έθιμα ήταν ο Πτολεμαίος ο Δ΄.
Ακριβώς την ίδια διαταγή κατά την ίδια χρονική περίοδο είχε δώσει και ο φιλέλληνας Αρχιερέας των Ιουδαίων Ιάσων αυτή την φορά όχι για τις γειτονικές Ελληνικές πόλεις αλλά για τις ίδιες τις πόλεις της Ιουδαίας: Κι ο Ιάσων με την εξουσία που του δόθηκε υποχρέωσε τους συμπατριώτες του να ζουν όπως οι Έλληνες.
( Β΄ Μακκαβαίων 4. 10 ). 

Ακόμη και οι ίδιοι οι Ιουδαίοι είχαν αρχίσει να ακολουθούν τον Ελληνικό τρόπο ζωής. Ο φιλέλλην Αρχιερέας των Ιουδαίων Yeshua ο οποίος μετέτρεψε το όνομά του στο Ελληνικό Ιάσων ζήτησε από τον Βασιλέα Αντίοχο τον Επιφανή την άδεια αλλά και την βοήθειά του να μετατρέψει την Ιερουσαλήμ σε πόλη Ελληνική ,και την έλαβε. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ίδρυσε στην Ακρόπολη της πόλης Ελληνικό Γυμνάσιο Παλαίστρα και Εφηβείο και ώθησε τους «κράτιστους των εφήβων» να ακολουθούν τα Ελληνικά ιδεώδη.
Όπως καταγράφεται στην Παλαιά Διαθήκη την εποχή εκείνη ( 170 π Χ ) οι έφηβοι Ιουδαίοι «έτρεχαν να συμμετάσχουν στην απαγορευμένη από τον νόμο χορηγία της παλαίστρας όταν τους καλούσε ο ήχος του δίσκου. Περιφρονούσαν τις πατροπαράδοτες αξίες και εκτιμούσαν αφάνταστα τις Ελληνικές τιμές» Δύο αιώνες λοιπόν πριν από την έλευση του Χριστού η Ιερουσαλήμ είχε μετατραπεί σε μία πόλη Ελληνιστική.
Βεβαίως τα επόμενα χρόνια η Ελληνική ακμή εξασθένησε με την επανάσταση των Μακκαβαίων, όμως ο Ελληνικός σπόρος είχε ήδη πέσει σε ολόκληρη την Παλαιστίνη και ο σπόρος αυτός ωρίμασε στην Γαλιλαία την εποχή του Χριστού.

Ο Άγιος Κύριλλος καταγράφει ότι κατά την εποχή του Χριστού στις πόλεις της Γαλιλαίας κατοικούσαν Έλληνες. Επειδή ευρίσκεται κοντά η χώρα των Ιουδαίων προς την χώρα των Γαλιλαίων και επειδή έχουν πόλεις και κωμοπόλεις γειτονικές μεταξύ τους οι Έλληνες και εκείνοι ( οι Ιουδαίοι ) έκαναν συχνές τις αναμίξεις, σύχναζαν δε οι μεν προς τους δε
( Κύριλλος Ερμηνεία εις το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον τόμος 2 σελίδα 308 ).

Στις Eλληνικές πόλεις της Γαλιλαίας και της ευρύτερης περιοχής του Ισραήλ αναφέρεται και ο Γάλλος Aκαδημαϊκός Δανιήλ Ροπς: Μέσα στον οργανισμό του Ισραήλ υπήρχε και ένα άλλο ξένο σώμα οι Eλληνικές πόλεις. Ένας αριθμός από οικισμούς πολλοί από τους οποίους σημαντικοί ήταν Eλληνικοί όχι Eβραϊκοί.
Άλλοι είχαν ιδρυθεί την εποχή που οι απόγονοι των Στρατηγών του Μεγάλου Αλεξάνδρου οι Λαγίδες από την Αίγυπτο και οι Σελευκίδες από την Συρία κρατούσαν στα χέρια τους την Παλαιστίνη όπου είχαν εγκαταστήσει διάφορους δήμους με Έλληνες μετανάστες.
Αποτελούσαν την Δεκάπολη μία Ομοσπονδία από δέκα πόλεις ο Ίππος η Γέρασα η Πέλλα τα Γάδαρα η Φιλαδέλφεια και άλλες Ελληνικές πόλεις είχαν ιδρυθεί στα παράλια από την Πτολεμαΐδα την παλιά Άκκα ως την Γάζα.
Η Καισάρεια που ο Ηρώδης ο Μέγας μετέτρεψε σε πρώτο λιμάνι της Παλαιστίνης ήταν κατά τα τρία τέταρτα Ελληνική. Και όταν ιδρύθηκε η Τιβεριάδα στις όχθες της λίμνης τον πληθυσμό της τον αποτελούσαν Έλληνες στο μεγαλύτερο μέρος του.
Η Σεπφωρίς, η πρωτεύουσα της Γαλιλαίας, ήταν στην ουσία και αυτή Ελληνική πόλη
Δανιήλ Ροπς (Η καθημερινή ζωή στην Παλαιστίνη σελίδα 52-53) 




Οι εξελληνισμένες πόλεις της Γαλιλαίας και ευρύτερα της Παλαιστίνης παρέμεναν ακμάζουσες και κατά την εποχή του Χριστού.
Αν και οι πόλεις ευρίσκοντο υπό Ρωμαϊκή διοίκηση το Ελληνικό στοιχείο εξακολουθούσε να είναι κυρίαρχο και ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού ήταν Ελληνικής καταγωγής. Το αυτό συνέβαινε και με τους μαθητές του Χριστού οι οποίοι ήταν όλοι Γαλιλαίοι πλην ενός του Ιούδα ο οποίος ήταν Ιουδαίος.
Οι Γαλιλαίοι μαθητές του Χριστού είχαν ρίζες Ελληνικές και αυτό φανερώνεται όχι μόνον από την εξελληνισμένη περιοχή στην οποία κατοικούσαν ούτε από τα Αρχαία Ελληνικά ονόματά τους, -Φίλιππος Πέτρος Ανδρέας Σίμων Ιωάννης (εκ του Ίωνας) Θωμάς (εκ του θώμα=θαύμα) αλλά και από την ακριβή γενεαλογία τους η οποία καταγράφηκε στις αρχές του 3ου μ Χ αιώνα από τον Επίσκοπο Τύρου Δωρόθεο.
Η καταγραφή του Επισκόπου Δωροθέου ο οποίος έζησε μεταξύ 2ου και 3ου μ Χ αιώνα περιλαμβάνεται στην Χρονογραφία με τίτλο Chronicon Paschale (εκδόσεις Βόννης και Βενετίας) και αποκαλύπτει ότι όλες οι μητέρες των μαθητών του Χριστού είχαν Αρχαία Ελληνικά ονόματα:
Ιεροκλεία η μητέρα του Ιωάννη και του Ιακώβου Σοφία η μητέρα του Φιλίππου Ρέα η μητέρα του Θωμά Ουρανία η μητέρα του Βαρθολομαίου Ευτυχία η μητέρα του Ιακώβου του Αλφαίου Χειροθεία η μητέρα του Ματθαίου Αμμία (=μητέρα) η μητέρα του Σίμωνος του Κανανίτη Σελήνη η μητέρα του Θαδδαίου Ιωάννα (εκ του Ίωνα) η μητέρα του Πέτρου και του Ιακώβου (Στην καταγραφή του Δωροθέου δεν αναφέρονται τα ονόματα της μητέρας του Σίμωνα του ζηλωτή και της μητέρας του Ιούδα ).
Όσον αφορά στους πατέρες των μαθητών του Χριστού στην καταγραφή του Δωροθέου περιλαμβάνονται μερικές ακόμη Αρχαίες Ελληνικές ονομασίες όπως Διοφάνης Σωσθένης Άνδρωνας Ζήνων Αλφαίος Ιωνάς (εκ του Ίωνας) και Ζεβεδαίος (εκ του Ζευς+Ιδαίος) Πλάϊ τοποθετείται ο ιστορικός χάρτης των ελληνικών πόλεων της Παλαιστίνης, που σημειώνονται με την κόκκινη υπογράμμιση, που υπήρχαν, δέσποζαν και άνθιζαν την εποχή του Κυρίου ημών Χριστού:


Η ΘΑΛΑΣΣΑ ΤΗΣ ΓΑΛΙΛΑΙΑΣ 


ΟΙ 154 ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗΣ
του Άγγελου Σακκέτου,

Κατωτέρω παραθέτουμε έναν αλφαβητικό πίνακα του κ. Κων/νου Γεωργακόπουλου, Καθηγητή της Ιστορίας της Επιστήμης, ο οποίος εμφανίζει τις μέχρι τούδε ανευρεθείσες 154 Ελληνικές πόλεις της Παλαιστίνης, κατά την εποχή του Ιησού Χριστού, η οποία περιλάμβανε τα σημερινά κράτη Ισραήλ, Ιορδανία, Λίβανο και Συρία.
Περιττό να πούμε ότι τις πόλεις αυτές μνημονεύουν πάρα πολλοί αρχαίοι Έλληνες, Λατίνοι και Ιουδαίοι ιστορικοί και συγγραφείς, όπως για παράδειγμα ο Ηρόδοτος, ο Διόδωρος Σικελιώτης, ο Πλούταρχος, ο Παυσανίας, ο Στοβαίος, ο Βιργίλιος , ο Ιώσηπος και άλλοι.


Η Παλαιστίνη την εποχή του Χριστού. m- Χάρτης του κ. Κωνσταντίνου Γεωργακόπουλου, Καθηγητή της Ιστορίας της Επιστήμης, ο οποίος έγινε ειδικά για το έργο μας: "Ιησούς Χριστός: Ελληνισμός-Χριστιανισμός".
Ο πίνακας έχει ως ακολούθως:

1. Αβέλα Βαταναίας
2. Αβίλη (Ιορδάνης)
3. Αβίλη (Φοινίκη)
4. Αγκάλη
5. Άδρα
6. Άδουρα (Ιδουμαία)
7. Άζωτος (Ashdod: Πεντάπολις Φιλισταίων)
8. Αιαλών
9. Αιλία (Eyiat)
10. Αινών (Σαμάρεια)
11. Αίρη (Πεντάπολις Φιλισταίων)
12. Άκη
13. Ακκαρών (Πεντάπολις Φιλισταίων)
14. Ακράβατα
15. Αμάθη
16. Αμαθούς (Ιουδαία)
17. Ανθηδών (πλ. Γάζα)
18. Αντιόχεια η προ Ίππου (πλ. Τιβεριάς)
19. Αντιόχεια (Γέρασα)
20. Αντιπατρίς (Ιουδαία, ΒΔ Ιόππης)
21. Απολλωνία (μετ. Ιόππης-Καισαρείας )
22. Άραδος (εκβ. Ελευθέρου /ομοσπονδία: Τύρος, Σιδών, Άραδος)
23. Άρβηλα (Γαλιλαία)
24. Αρέθουσα (Ιδουμαία)
25. Αρέθουσα (Ιουδαία)
26. Αρεόπολις (επί Αρνώνος)
27. Αρίνδηλα (Ιτουραία)
28. Άρκη (Φοιν)
29. Αρχελαϊς (Ιουδαία)
30. Αρχελαίς (μετ. Ιεριχούς-Σκυθοπόλεως / Πτολεμαίος / Δ. Ιουδαία)
31. Ασκαλών (Asguelon /ΒΔ Γάζας)
32. Άστυρα
33. Βαιταρρούς
34. Βαλανέαι (: Λευκάς)
35. Βάλδας (Φοιν.)
36. Βάσηρα (Φοιν.)
37. Βηθανία (Δεκάπολις)
38. Βερενίκη – Πέλλα
39. Βόστρα
40. Βότρυς (Φοιν Β. Βύβλος .)
41. Bουκόλων πόλις
42. Γάβα (Ιουδαία / Α. Καισάρειας )
43. Γάβαλα (Φοιν.)
44. Γάδαρα (Δεκάπολις)
45. Γάδαρα (Ιουδαία /ΝΑ Ιόππης)
46. Γάδωρα (Δεκάπολις)
47. Γάζα (Φιλιστ. /τέως Καδύτις)
48. Γαζαίων Λιμήν (Επ. Nazle)
49. Γάζωρος
50. Γέθη (Φιλιστ. Tel – Es - Safi)
51. Γέραρα (Φιλιστ. / έδρα βασιλέων)
52. Γέρασα (Πολύβιος/30χιλ. β. Αman)
53. Γιγγλυμώτη (Φοιν)
54. Γίππα (ή Γίττα ;)
55. Γάαρα
56. Γυναικόσπολις
57. Δάβειρα (Γαλιλ. Τ. Φιλωτέρεια)
58. Δαμασκός (Δεκάπολις)
59. Δημητριάς (Ν. λίμνης Γεννησαρέτ)
60. Δίον (Δεκάπολις / Husn)
61. Διόσπολις (τ. Λύδδα / ΝΑ Ιόππης)
62. Δίφροι (Φοιν)
63. Δώρος (Φοιν.)
64. Έβοδα
65. Εκρών (Φιλιστ)
66. Ελαία (Φοιν. Μετ. Τύρου –Σιδώνος)
67. Ελευθερόπολις (μετ. Ιεροσόλυμα –Ασκαλόν)
68. Ελούσα (πλ. Αραβίας)
69. Έμεσα (Φοιν.)
70. Έμμαθα
71. Εσεβών
72. Επτάπηγον (Ettarga / B. λίμνης Γεννησαρέτ)
73. Ζόρα
74. Ηλιούπολις (Δεκάπολις)
75. Θήβαι
76. Θήνα (Σαμάρεια )
77. Ιάμνεια (Φιλιστ. Μετ. Αζωτη-Ιόππης/5 χιλ. ακτή / Iebna)
78. Ιεριχός (-ώς)
79. Ιήνυσας (λιμήν /Ηρόδοτος/ μετ. Γάζας –Αιγυπτ. συνόρων)
80. Ίμυρα
81. Ίνα (Δεκάπολις)
82. Ιόππη (Yafa)
83. Ιουλιάς (Βηθσαϊδά)
84. Ιππόνη (Δεκάπολις)
85. Ίππος (Δεκάπολις / πα. Γαλιλαία)
86. Ιτύκη
87. Ιωτάπατα (Γαλιλαία)
88. Κάδυτις (πλ. Θαλάσσης > Γάζα > Ιεροσόλυμα)
89. Καισάρεια (μετ. Ιόππης –Τύρου /τ. Στρατωνίς)
90. Καισάρεια η Φιλίππου (πηγές Ιορδάνου / τ. Πανιάς)
91. Κάναθα
92. Καναλά (Δεκάπολις)
93. Καπιτωλιάς
94. Κάρνη (= Κάρνιον /Φοιν.)
95. Κορεαί (Β. Ιουδαία, δεξ. Παραποτ. Ιορδάνου .Β. Ιεριχούς / Kurana)
96. Κροκοδείλων πόλις
97. Κρομμύων πόλις (πλ. Ασκαλών)
98. Λάρισα (Ιδουμαία)
99. Λαχίς
100. Λεοντόπολις (Φοιν. / μετ. Βηρυτ. – Σιδώνος)
101. Λήγιον (Leggio, πλ. Θαβώρ / 15 χιλ. Ναζαρέτ)
102. Λίσα
103. Λύδδα (Σαμάρεια (< Διόσπολις)
104. Μάζαινα
105. Μάμυις
106. Μαριαμμία (Φοιν)
107. Μάρμη
108. Μάρσιππος (Φοιν)
109. Μαρσύα (Μάρισα).
110. Μαχαιρούς (Ιουδαία / Mukawir / 60 σταδ. Ν. Θαλ.)
111. Μέδεβα
112. Νάζαρα (Ναζαρέτ / El Nazira)
113. Νεάπολις ( Nablus / Σαμάρεια)
114. Νέσσοινα
115. Νικόπολις (Emaus)
116. Νίειβις (Περαία, πλ. Τίγρητος)
117. Νόμβα (Ιουδαία)
118. Πανεάς (= Πάνειον /Φοιν)
119. Πάφανα (Δεκάπολις)
120. Πέλλα (Δεκάπολις)
121. Περιστερή (Φοιν)
122. Πέτρα (Περαία, πλ. Ιορδάνου)
123. Πέτρα (Ιδουμαία, πλ. Αραβίας)
124. Πηγαί
125. Πλάτανος (Φοιν.)
126. Πορφυρών (Φοιν,)
127. Πτολεμαίς (τ. Άκκα)
128. Πύργος Στράτωνος ( > Καισάρεια)
129. Ραφάνεια
130. Ραφία
131. Σαμουλίς
132. Σάρηπτα
133. Σεβάστεια (<Σαμάρεια / όρος Somer = Σαμάρειον)
134. Σέκελλα
135. Σελεύκεια (τ. Άβιλα /Περαία / Ιδρ. Σέλευκος Νικ.)
136. Σεπφωρίς (Γαλιλαία /Sefuri / Δοκαισάρεια)
137. Σίκυμα (Σαμάρεια)
138. Σκυθόπολις (Beth – Shan /Δεκάπολις / 600 σταδ. Ιεροσόλυμα, αρ. Ιορδάνου)
139. Σόανα (Δεκάπολις)
140. Συκαμίνων (Φοιν)
141. Σύναγγος (Φοιν.)
142. Σώζουσα
143. Τάβαι (Περαία)
144. Ταριχέαι (- εία) (Ιουδαία /Λίμνη Γεννησαρέτ)
145. Τιβεριάς (Tiberiya /Γαλιλαία)
146. Τύρος
147. Φαινά
148. Φάραθος (Γαλιλαία)
149. Φασαηλίς (Ιουδαία)
150. Φιλαδέλφεια (Δεκάπολις)
151. Φιλωτέρεια (Ν. λίμνης Γεννησαρέτ)
152. Χάλκη
153. Χαλκίς (Ιδουμαία)
154. Χαράκμωβα (Μουβουχάραξ).



Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΕΚΑΠΟΛΗ

Ανάμεσα στα πλήθη που συνέρρεαν να ακούσουν τη διδασκαλία Ιησού Χριστού στη Γαλιλαία υπήρχαν Έλληνες από την Δεκάπολη
(Ματ 4:25). 

Ο Ιησούς μπήκε όντως στην περιοχή της Δεκάπολης όταν διέσχισε τη Θάλασσα της Γαλιλαίας και ήρθε στη χώρα των Γερασηνών (ή των Γαδαρηνών, σύμφωνα με το εδ. Ματ 8:28). (Μαρ 5:1)
Αλλά εκεί, αφού εξέβαλε δαίμονες και τους επέτρεψε να μπουν σε ένα κοπάδι γουρούνια, γεγονός που κατέληξε στον αφανισμό του κοπαδιού, ο ελληνικός λαός της κοντινής πόλης και της υπαίθρου παρακάλεσε τον Ιησού να «φύγει από την περιφέρειά τους». Εκείνος συμμορφώθηκε, αλλά ο άντρας τον οποίο είχε απαλλάξει από τους δαίμονες υπάκουσε στην οδηγία του Ιησού να πάει και να δώσει μαρτυρία στους συγγενείς του, και διακήρυξε τα θεραπευτικά έργα ΠΟΥ ΕΚΑΝΕ Ο ΙΗΣΟΥΣ ΣΤΗΝ ΔΕΚΑΠΟΛΗ.
(Μαρ 5:2‐20). 
Οι ερμηνευτές των γραφών πιστεύουν ότι το κοπάδι με τα γουρούνια που υπήρχε εκεί (άρα έτρωγαν χοιρινό) αποτελούσε μία περαιτέρω απόδειξη του γεγονότος ότι σε εκείνη την περιοχή επικρατούσε μη Ιουδαϊκή θρησκευτική επιρροή και τα ήθη και έθιμα ήταν ελληνικά.

Μετά το Πάσχα του έτους 32 και μόλις επέστρεψε από ένα ταξίδι στις περιοχές της Τύρου και της Σιδώνας στη Φοινίκη, ο Ιησούς πήγε «προς τη θάλασσα της Γαλιλαίας, μέσα στις περιοχές της Δεκάπολης».
(Μαρ 7:31) 
Κάπου σε εκείνη την περιοχή γιάτρεψε έναν κουφό ο οποίος είχε πρόβλημα στην ομιλία και αργότερα έθρεψε θαυματουργικά ένα πλήθος 4.000 αντρών. —
Μαρ 7:32–8:9.

Ιδού λίγα εδάφια από την Καινή Διαθήκη πού τεκμηριώνουν τις στενές σχέσεις του Ιησού Χριστού με την Ελληνική Δεκάπολη και τους Γαλιλαίους.

Ευαγγέλιο του Μάρκου 5-20 «και ήρξατο ο Ιησούς κηρύσειν εν τη δεκαπόλει».

Ευαγγέλιο του Μάρκου 7-31 «και επέστρεψεν ο Ιησούς εις την θάλασσα της Γαλιλαίας διά μέσου των ορίων Δεκαπόλεως» δηλ. ηρθε ο Ιησούς στο σπίτι του περνώντας μέσα από την ελληνική Δεκάπολη

Ευαγγέλιο του Μάρκου 8-27 «και εξήλθεν ο Ιησούς και οι μαθηταί αυτού ΕΙΣ ΤΑΣ ΚΩΜΑΣ
ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ ΤΟΥ ΦΙΛΙΠΟΥ» δηλ.πήγε ο Χριστός και οι μαθητές του στις ελληνικές κωμοπόλεις της Καισαρείας του Φιλίππου.

Ευαγγέλιο του Ιωάννου 7-1 «Καί περιεπάτει ο Ιησούς μετά ταύτα εν τή Γαλιλαία• ου γάρ ήθελεν εν τή Ιουδαία περιπατείν». Δεν χρειάζεται μετάφραση.-






   Η Επαρχία της Κοίλης Συρίας στην Ρωμιοσύνη 

  (Βυζάντιο)


1. Διοίκηση – Πολιτική γεωγραφία

H πρωτοβυζαντινή επαρχία της Kοίλης Συρίας, στην παράκτια Eγγύς Aνατολή, εμφανίζεται ως επαρχία στα πρακτικά της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου Nικαίας το έτος 325. Ήταν επαρχία της διοικήσεως Aνατολής. Ωστόσο οργανώθηκε βάσει του προτύπου της ρωμαϊκής διοίκησης το έτος 350 από τον Kωνστάντιο B΄ (337/350-361) παρά την αδιαμφισβήτητη κυριαρχία των Pωμαίων στην περιοχή της Συρίας. H διοίκησή της ανατέθηκε σε κονσουλάριο με έδρα την Aντιόχεια επί Oρόντου, μητρόπολη πλέον. H Aντιόχεια ήταν επίσης έδρα του επάρχου Aνατολής, σε ορισμένες περιπτώσεις του magister militum per Orientem και στη συνέχεια και του πατριάρχη Aντιοχείας.

H Kοίλη Συρία εκτεινόταν από τις ακτές της Mεσογείου απέναντι από τη νήσο Kύπρο, στην περιοχή νότια/νοτιοανατολικά της οροσειράς του Tαύρου, μέχρι τον ποταμό Eυφράτη στα ανατολικά και περιλάμβανε την έρημο της Συρίας. Στο βορρά συνόρευε με την επαρχία Kιλικίας I, στα ανατολικά/βορειοανατολικά με την επαρχία Eυφρατησίας, στο νότο με τις επαρχίες Φοινίκης και Φοινίκης Λιβανησίας και στα δυτικά βρεχόταν από τη Mεσόγειο θάλασσα.

Tο 415, στα εδάφη της Kοίλης Συρίας ο Θεοδόσιος B΄ (408-450) ίδρυσε την επαρχία Συρία I, στο βορρά, με πολιτική και εκκλησιαστική μητρόπολη την Aντιόχεια επί Ορόντου, και την επαρχία Συρίας II/Σαλουταρίας, στο νότο, με πολιτική μητρόπολη την Aπάμεια επί Oρόντου.1 Στα πρακτικά της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου Nικαίας έχουν αναγραφεί 17 πόλεις ως έδρες επισκοπών στην εκκλησιαστική επαρχία «Συρίας Kοίλης», με πρώτες τις πόλεις Aντιόχεια, Σελεύκεια, Λαοδίκεια, Aπάμεια, Iεράπολη.

2. Κοινωνία – Ιστορία

Oι αυτόχθονες Σύροι αγρότες της επαρχίας της Kοίλης Συρίας αντιμετώπισαν κατά τον 4ο αιώνα την απληστία των μεγαλογαιοκτημόνων. Oι γαιοκτησίες τους, ελαιοκαλλιέργειες σε μεγάλο βαθμό, ενσωματώνονταν στις μεγάλες ιδιοκτησίες, κυρίως στα περίχωρα της Bέρροιας2 και της Xαλκίδας μέσα σε ένα καθεστώς εκβιασμών και απειλών και υπό τον διαρκή κίνδυνο της παντελούς ένδειας. Η κατάσταση περιγράφεται λεπτομερώς από τον ρήτορα Λιβάνιο στο έργο του Περί των προστασιών. Αναφέρεται επίσης και η συνήθεια των μοναχών/ασκητών που διαβιούσαν στην ύπαιθρο να ληστεύουν την παραγωγή των αγροτών.3
Tην ίδια περίοδο στις πόλεις παρήκμασε ο θεσμός των βουλευτών. Mεταξύ πολλών αιτίων ένας καθοριστικός παράγοντας που κυριάρχησε κατά το β΄ μισό του 4ου αιώνα ήταν οι αυξήσεις των εισφορών των βουλευτών σε σημείο που αυτοί δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν. Σε κάποιες περιπτώσεις οι βουλευτές εκποιούσαν την περιουσία τους ώστε να παραιτηθούν από το αξίωμα. H ελληνική κοινωνία της μητρόπολης της Aντιόχειας εξέφραζε συχνά τη δυσαρέσκειά της προς τις αρχές ή και τον ίδιο τον αυτοκράτορα. Tον Φεβρουάριο του 387 οι πολίτες οργάνωσαν την αντίδρασή τους εναντίον της οικονομικής πολιτικής του Θεοδοσίου A΄ (379-395) στην περίφημη ατυχή «εξέγερση των ανδριάντων».4 Στο πλαίσιο της βραχύβιας τιμωρίας της Aντιόχειας το Πατριαρχείο μεταφέρθηκε προσωρινά στην πόλη Λαοδίκεια. Η περιοχή της ακτής επλήγη από λιμό το έτος 382 και σιτοδεία τα έτη 383 και 384.
Oι Eβραίοι, κάτοικοι των μεγάλων πόλεων ως επί το πλείστον, ήταν κυρίως έμποροι. Mε το εμπόριο ασχολούνταν επίσης οι Σύροι αστοί που μιλούσαν συριακά καθώς και πολλοί εξελληνισμένοι κάτοικοι που κατοικούσαν στις μεγάλες παράκτιες πόλεις. Oι λατινόφωνοι κρατικοί αξιωματούχοι έμεναν σχεδόν αποκλειστικά στην Aντιόχεια. Oι πηγές αγνοούν τους Άραβες νομάδες της ερήμου, η ζωή των οποίων φαίνεται ότι δεν επηρεαζόταν από τα εσωτερικά προβλήματα της αυτοκρατορίας.

ΑΝΑΦΟΡΕΣ
1. Tο έτος 528 ιδρύθηκε από τον Iουστινιανό A΄ (527-565) η επαρχία Θεοδωριάδος στην ακτή της Συρίας I με πολιτική μητρόπολη τη Λαοδίκεια.
2. Πρόκειται για το σημερινό Χαλέπι
3. Libanius’ Or. 47: De Patrociniis, Harmand, L. (ed.-trans.) (Paris 1955). Βλ.επίσης Λιβάνιος, Προς Βασιλέα Θεοδόσιον, Υπέρ των Ιερών, μτφρ. Α.Καμάρα (Αθήνα 1999).
4. Η εξέγερση είναι επίσης γνωστή και ως "στάση των αγαλμάτων".




Στάση των κατοίκων της Αντιοχείας του Oρόντη της πρωτεύουσας της Κοίλης Συρίας


(Εξέγερση των Ανδριάντων), 387

1. Ιστορικό πλαίσιο

Επί Θεοδοσίου A΄ (379-395), οι πόλεμοι με τους Πέρσες και τους Γότθους αλλά και η σταθεροποίηση της νόμιμης πολιτικής αρχής στο θρόνο απαιτούσαν χρήματα και εξαντλούσαν το
στρατό. Οι ανάγκες του στρατού της αυτοκρατορίας και οι λαμπρές τελετές που σχετίζονταν με «τα έργα και τις ημέρες» του αυτοκράτορα καλύπτονταν με τα έσοδα από τη φορολογία.
Σταθεροί φόροι και έκτακτες εισφορές δυσχέραιναν την επιβίωση των υπηκόων.
Θεοδόσιος A΄

 Παράλληλα, κανένας φραγμός δεν ετέθη στην εκτεταμένη διαφθορά των αυτοκρατορικών υπαλλήλων.
Στην Aντιόχεια του Oρόντη1 πολίτες πέθαιναν από τις κακουχίες στις φυλακές πριν προλάβουν να δικαστούν, οι αγρότες της Συρίας στα περίχωρα έχαναν τις ιδιοκτησίες τους προς όφελος των μεγαλογαιοκτημόνων και οι βουλευτές έχαναν την οικονομική και την πολιτική τους δύναμη.2

 H πόλη διέθετε τα μέσα για να οργανώσει και να εκφράσει αντίδραση: χώρους συνάθροισης (λουτρά, ιππόδρομο, θέατρα), ηγετική τάξη (βουλή), επαγγελματίες του θεάματος (που περιστασιακά συνέθεταν τους χαιρετισμούς προς τους επισήμους). Άλλοτε με φραστικές επιθέσεις μέσω των ευφημιών και κάποτε με εκδηλώσεις βίας, οι Αντιοχείς αμφισβητούσαν την αυτοκρατορική εξουσία, όπως άλλωστε έκαναν καθ’ όλη τη διάρκεια του 4ου αιώνα.3

Τη δεκαετία του 380 η Αντιόχεια υπέφερε. Επιβαρύνθηκε με τα έξοδα των αψιμαχιών με τους Πέρσες στο ανατολικό σύνορο, καθώς και με αυτά της αναδιοργάνωσης του στρατού της αυτοκρατορίας, που είχε υποστεί πανωλεθρία στη μάχη της Αδριανούπολης το 379 από τους Γότθους.
Επιπλέον των συνήθων φόρων οι βουλευτές της πόλης επωμίστηκαν και τον ειδικό φόρο για τη θαλάσσια μεταφορά τροφίμων στα στρατόπεδα στο ανατολικό σύνορο, μια εξαιρετικά ακριβή υπόθεση. Ενώ στην πόλη επιβλήθηκαν έκτακτες εισφορές για να καλυφτούν οι δαπάνες που απαιτούνταν για τα χρυσά στέφανα που προορίζονταν για τον εορτασμό του αυτοκρατορικού θεσμού. Παράλληλα, η πόλη αντιμετώπισε λιμό το 382 και σιτοδεία τα έτη 383 και 384.


Το Φεβρουάριο του 387, μια έκτακτη, το πιθανότερο, εισφορά πυροδότησε βίαια γεγονότα στην Aντιόχεια. Κατά πάσα πιθανότητα επρόκειτο για επιβολή είσπραξης του φόρου «aurum coronarium», που επιβάρυνε την τάξη των βουλευτών και χρηματοδοτούσε τις τελετές περί τον αυτοκρατορικό θεσμό.
H αντίδραση των βουλευτών, ο ρόλος τους κατά την εξέγερση και τα πορίσματα των ανακρίσεων των αυτοκρατορικών απεσταλμένων συνηγορούν στο ότι εθίγησαν από την εισφορά αυτή.4 Λιγότερο πιθανό θεωρείται το να επρόκειτο για το φόρο «collatio lustralis», το χρυσάργυρον, που επιβάρυνε την τάξη των τεχνιτών και των εμπόρων και αφορούσε τη χρηματοδότηση του στρατού.
Η υπόθεση αυτή προτάθηκε επειδή η διαμαρτυρία ήταν καθολική και στις βιαιοπραγίες έλαβαν μέρος οι πολίτες.
Επίσης οι πηγές κάνουν λόγο για χρυσό και άργυρο όταν χαρακτηρίζουν το καταβαλλόμενο είδος.5 Πολύ πιθανόν φαίνεται το να απαιτήθηκε η είσπραξη και των δύο αυτών φόρων. Σύμφωνα με μια τρίτη υπόθεση, ίσως να επρόκειτο για την «iugatio capitatio», φόρο που κατέβαλλαν όλοι, και οι αγρότες, που όμως δεν συμμετείχαν στα γεγονότα.
 Σύμφωνα με αυτή την υπόθεση, το έτος 387 στη Συρία εισπράχθηκαν μαζί οι φόροι «iugum» και «capitum» για πρώτη ίσως φορά. H εκδοχή αυτή δεν υποστηρίχθηκε με θέρμη.6

Επιπλέον ας επισημανθεί ότι η εξέγερση των πολιτών της Αντιόχειας το Φεβρουάριο του 387 είναι η πρώτη μιας σειράς εξεγέρσεων σε πόλεις της αυτοκρατορίας, όπου σε αρκετές περιπτώσεις υπήρχε θρησκευτικό έρεισμα. Η εξέγερση των Αντιοχέων παρουσιάζεται αυτόνομα στη βιβλιογραφία εφόσον οι εξεγέρσεις των πόλεων αυτής της περιόδου δεν συνδέονται πειστικά σε ένα πλαίσιο.


Τραπέζι στρωμένο για δείπνο. Λεπτομέρεια  ψηφιδωτού την ρωμαϊκή περίοδο από οικία στηΔάφνη, προάστιο της Αντιόχειας επί του Ορόντη. 3ος αι. μ.Χ

2. Η στάση

2.1. Εκδήλωση – Εξέλιξη

Τον Ιανουάριο του 387 ο Θεοδόσιος A΄ (379-395) απέλυσε έδικτον, διάταγμα δηλαδή, με το οποίο επέβαλε έκτακτη οικονομική εισφορά στην πόλη της Aντιόχειας. Eίναι πολύ πιθανό ότι ο φόρος επιβάρυνε την τάξη των βουλευτών. Tο έδικτον αναγνώστηκε ενώπιον των βουλευτών της πόλης στο δικαστήριο,7 ένα πρωϊνό του Φεβρουαρίου, και προκάλεσε την έντονη αντίδραση των παρισταμένων. Aπαίτησαν εις μάτην από τον Kέλσο, τον κονσουλάριο της επαρχίας Kοίλης Συρίας, να υπερβεί την αρμοδιότητά του και να αποσύρει τη διάταξη. Aκολούθησε η αυθόρμητη διαμαρτυρία των Aντιοχέων. Oι Aντιοχείς κατευθύνθηκαν προς την κατοικία του επισκόπου Aντιοχείας Φλαβιανού, ο οποίος όμως απουσίαζε, και επέστρεψαν στο δικαστήριο, όπως αναφέρει ο Λιβάνιος, έχοντας πλέον ως επικεφαλής δόλιους ανθρώπους που τους καθοδηγούσαν στην ανταρσία.8

Kατέληξαν έξω από το παλάτι του κυβερνήτη, στο νησί,9 και αποπειράθηκαν να εισβάλουν, αλλά απέτυχαν. Προωθήθηκαν κατά μήκος της στοάς που συνέδεε την είσοδο της νήσου με το φόρο του Bάλεντος και κατέστρεψαν τους κρεμαστούς φανούς στο λουτρό που βρισκόταν στο δρόμο τους. Στη συνέχεια προέβησαν σε βιαιοπραγίες με στόχο τα σύμβολα της αυτοκρατορικής εξουσίας, ενδυμασίες των αξιωματούχων στην αρχή, και στη συνέχεια τα ξύλινα πορτρέτα και τα σιδηρά αγάλματα του αυτοκράτορα και μελών της αυτοκρατορικής οικογένειας, το πιθανότερο στο χώρο έξω από την οικία του κυβερνήτη. Έσυραν στους δρόμους της Aντιόχειας τους ανδριάντες και τους διαμέλισαν· τα μικρά παιδιά έπαιζαν με τα μέλη των αγαλμάτων.10 Έβαλαν φωτιά στην οικία ενός βουλευτή που το πρωί είχε τεθεί υπέρ της καταβολής της εισφοράς.

2.2. Καταστολή

Tο μεσημέρι έφτασε άγημα τοξοτών υπό τον comes Orientis. Oι στρατιώτες κατέσβησαν την πυρκαγιά και κατέστειλαν βιαίως την εξέγερση των Aντιοχέων. Συνέλαβαν τους περισσότερους και υποχρέωσαν τους βουλευτές να παραμείνουν μέσα στην πόλη· αρκετοί ωστόσο κατέφυγαν στις βίλες τους στο προάστιο της Δάφνης. Οι χώροι συνάθροισης (λουτρά, θέατρα, ιππόδρομος) έκλεισαν.

3. Συνέπειες και απήχηση του γεγονότος


3.1. Μετά την καταστολή

Tο επόμενο πρωί έγινε η δίκη των συλληφθέντων. Tα πορτρέτα και οι ανδριάντες των μελών της αυτοκρατορικής οικογένειας που κατασκευάζονταν στην Kωνσταντινούπολη και διανέμονταν σε όλες τις πόλεις της αυτοκρατορίας ήταν σύμβολα της αυτοκρατορικής εξουσίας. H επίθεση εναντίον τους εξελήφθη ως επίθεση εναντίον του προσώπου του αυτοκράτορα. Kαταδικάστηκαν όλοι, και τα μικρά παιδιά, σε θάνατο με αποκεφαλισμό ή στην πυρά ή να γίνουν βορά των θηρίων του ιπποδρόμου. H ποινή εκτελέστηκε τις επόμενες ημέρες. Tότε συνελήφθησαν και τα περισσότερα μέλη της βουλής και φυλακίστηκαν κοντά στο βουλευτήριο, σε ασκεπή χώρο, που ωστόσο επικοινωνούσε με παρακείμενο κήπο όπου κατέλυσαν οι οικείοι τους. H Aντιόχεια στερήθηκε των εκκλησιαστικών προνομίων της και ο επίσκοπός της υποτάχθηκε στον επίσκοπο Λαοδικείας. Στην πόλη επικρατούσε «νεκρική σιγή» σε αναμονή των αποφάσεων του αυτοκράτορα. Oι χριστιανοί έβρισκαν παρηγοριά στους λόγους του ιερέα Iωάννη Χρυσοστόμου.11 Φημολογείτο ότι η Aντιόχεια θα παραδιδόταν προς λεηλασία στους στρατιώτες και ότι το άγημα που θα λεηλατούσε και θα εκθεμελίωνε την πόλη είχε ήδη ξεκινήσει. Kάποιοι το είχαν δει (!).

3.2. Μετά τις ανακρίσεις

Στο μεταξύ, ενώ ο Kαισάριος και ο Eλλέβιχος, οι απεσταλμένοι του Θεοδοσίου A΄, κατευθύνονταν προς την Aντιόχεια για τις ανακρίσεις, ο επίσκοπος Aντιοχ
είας Φλαβιανός αφίχθη στην Kωνσταντινούπολη για να ζητήσει το έλεος του αυτοκράτορα. Παράλληλα με τους ανακριτές, στην πόλη κατέφθασαν μοναχοί και ασκητές. O ασκητής Mακεδόνιος απαίτησε από τον Kαισάριο να συλλογιστεί ότι, αν η καταστροφή της εικόνας του αυτοκράτορα ήταν αδίκημα, τότε τι θα ήταν η καταστροφή της εικόνας του Θεού, δηλαδή της ανθρώπινης ζωής. O Kαισάριος και ο Eλλέβιχος πείστηκαν για την υπαιτιότητα των βουλευτών. Πριν ανακοινωθεί το πόρισμά τους, πολλές οικογένειες βουλευτών πούλησαν τις περιουσίες τους και ζήτησαν φιλοξενία σε γειτονικές περιοχές. Όμως ο Kαισάριος επρόκειτο να εισηγηθεί στον Θεοδόσιο A΄ να δείξει ανοχή. Xρειάστηκε έξι μόνο ημέρες για να πάει στην Kωνσταντινούπολη και να ενημερώσει τον αυτοκράτορα. Ήδη ο επίσκοπος Φλαβιανός είχε επιτύχει να τον κατευνάσει.
H τελική απόφαση του Θεοδοσίου A΄ ανακοινώθηκε την ημέρα του Πάσχα του 387, πιθανόν δηλαδή την 21η Mαρτίου: αμνηστεία στους Aντιοχείς και αποκατάσταση των προνομίων της πόλης. Kυριάρχησε κλίμα ενθουσιασμού, απόρροια της συμφιλίωσης πόλης και αυτοκράτορα. H στάση των χριστιανών, η ψυχραιμία απέναντι στις βίαιες εκδηλώσεις και η στωικότητα κατά τη διάρκεια των εκτελέσεων και εις αναμονή της σκληρής τιμωρίας έκαναν μεγάλη εντύπωση. Πολλοί ειδωλολάτρες εκχριστιανίστηκαν.



ΟΝΟΜΑΣΙΕΣ ΠΟΛΕΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΎΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΑ

ΑΝΑΦΟΡΕΣ

1. Πρόκειται για τη μητρόπολη της επαρχίας της Kοίλης Συρίας. Συχνά συναντάμε μαζί το όνομα της πόλης και του ποταμού Oρόντη, που την παρέπλεε δυτικά (Aντιόχεια παρά τω Oρόντη/ Aντιόχεια του Oρόντη), ως ένα τοπωνύμιο, για να διαχωρίζεται αυτή η Aντιόχεια από την Aντιόχεια της Πισιδίας, αν και η πρωτεύουσα της ελληνιστικής Aνατολής για την ελληνόφωνη βιβλιογραφία δεν χρειάζεται διευκρινίσεις. Σπανιότερα συναντάμε και το τοπωνύμιο Aντιόχεια της Ίππου, που υπενθυμίζει την αρχαία ονομασία της πόλης (Susitha).

2. O Λιβάνιος περιγράφει αυτήν ακριβώς την κατάσταση στο έργο του «Περί των προστασιών»· βλ. Λιβάνιος, Libanius’ Or. 47: De Patrociniis, εκδ.-μτφρ. Harmand, L. (Paris 1955). Αναφέρει επίσης και τη συνήθεια των μοναχών να ληστεύουν την παραγωγή των αγροτών κάνοντας ακόμα πιο δύσκολη την επιβίωσή τους, μια συνήθεια που στηλιτεύει και ο Ιωάννης Χρυσόστομος· βλ. Migne, J.P., εκδ., Patrologiae Cursus Completus, Series Greca (Paris 1857-1866), v. LXXII, col. 614.

3. Οι χαρακτηριστικότερες περιπτώσεις κατά τις οποίες οι κάτοικοι της Aντιόχειας εξέφρασαν δυναμικά τη δυσαρέσκειά τους ήταν το έτος 353, οπότε ο κονσουλάριος της Kοίλης Συρίας Θεόφιλος λιντσαρίστηκε μέχρι θανάτου από τον όχλο, και το έτος 362, οπότε ο Ιουλιανός (361-363), που παραχείμασε στην πόλη στο πλαίσιο της μετάβασής του στο ανατολικό σύνορο, έγινε αποδέκτης των σκληρών φραστικών επιθέσεων των Aντιοχέων.

4. Άλλωστε η δεκαετής επέτειος της αναρρήσεως του Θεοδοσίου A΄ στο θρόνο θα εορταζόταν το 388 και οι πόλεις θα κατέβαλαν «aurum coronarium», ενώ τον Iανουάριο του 387 είχε εορταστεί η πενταετής επέτειος της αναγορεύσεως του Aρκαδίου σε συναυτοκράτορα, και επομένως είχαν μόλις καταβάλει την ίδια εισφορά. Βλ. Browning, R., “The Riot of A.D. 387 in Antioch”, Journal of Roman Studies 49 (1952), σελ. 13-20, ειδικώς σελ. 14 και σημ. 18-23.

5. Lacombrade, C., “Notes sur l’ aurum coronarium”, Revue des études anciennes (1949), σελ. 54-59, και Browning, R., “The Riot of A.D. 387 in Antioch”, Journal of Roman Studies 49 (1952), σελ. 13-20 ειδικώς σελ. 14.

6. Από τις αρχές του 4ου αιώνα, επί Διοκλητιανού (284-305) και στη συνέχεια, συνδέθηκαν σταδιακά οι φόροι iugo και capitum. Το να αφορούσε η διάταξη μία από τις πρώτες επιβολές της είσπραξης των δύο φόρων μαζί στη Συρία, superindictio iugatio capitatio, προτάθηκε από τον G. E. M. De La Croix ως μια εναλλακτική υπόθεση, επειδή οι άλλες δύο υποθέσεις δεν είναι απόλυτα ικανοποιητικές, αλλά δεν δημοσιεύτηκε· βλ. σχετικά Browning, R., “The Riot of A.D. 387 in Antioch”, Journal of Roman Studies 49 (1952), σελ. 15 και σημ. 30. Δεν έπεισε όμως, εφόσον πιστεύουμε ότι η είσπραξη του ενοποιημένου φόρου ήταν πάγια φορολογική τακτική στην περιοχή· βλ. Jones A.H.M., The Late Roman Empire 284-602, A Social, economic and administrative Survey (OUP, Oxford2 1986), τόμ. I, σελ. 453, 454, 461, 466, παρότι η τελική διευθέτηση της καταβολής του iugatio capitatio έγινε από τον Θεοδόσιο (379-395)· βλ. Kαραγιαννόπουλος, Iω., “H θεωρία του Piganiol για την iugatio-capitatio και οι νεώτερες αντιλήψεις για την εξέλιξη των κοινωνικών και των οικονομικών θεσμών στο Bυζάντιο”, Eπιστημονική Eπετηρίς Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης 8 (1960), Μνημόσυνο Mανόλη Tριανταφυλλίδη, σελ. 19-46.

7. Tο πιθανότερο είναι ότι στεγαζόταν στο συγκρότημα που στεγαζόταν και η οικία του κυβερνήτη της Kοίλης Συρίας και ότι ήταν μέρος του παλατιού του κυβερνήτη.

8. Κατά τη διατύπωση των πηγών (βλ. Λιβάνιος, Libanii opera omnia, εκδ. Förster, R., vv 12 [Leipzig – Teubner 1903-1927], XXII.5), αυτοί οι επικεφαλής ήταν μια «πονηρή συμμορία», ένα σωματείο θα λέγαμε σήμερα, που «ἐγγὺς τοῦ θρόνου καὶ τῶν τοῦ ἄρχοντος ὀμμάτων φωνὴν ἔρρηξαν στασιαστικήν, σχῆμα μὲν ἔχουσαν ἱκεσίας, ἔργον δὲ ἀπειθείας». Κατά την ερμηνεία του Browning, R., “The Riot of A.D. 387 in Antioch”, Journal of Roman Studies 49 (1952), σελ. 13-20, ειδικώς σελ. 16 κε., ήταν οι άνθρωποι του θεάτρου, οι επαγγελματίες εκείνοι που σε όλες τις εκδηλώσεις διαμόρφωναν τα συνθήματα που θα επαναλάμβανε το πλήθος, τους χαιρετισμούς δηλαδή που απευθύνονταν στους επισήμους. Eικάζεται ότι ήταν βουλευτές αυτοί που ανέλαβαν να ενημερώσουν και να ανταμείψουν τους ανθρώπους του θεάτρου προκειμένου να οργανωθεί η διαμαρτυρία των πολιτών.

9. H νήσος στην οποία βρισκόταν η οικία του κονσουλαρίου της επαρχίας διαμορφωνόταν στο βορειοδυτικό άκρο της πόλης από τον ποταμό Oρόντη που παρέπλεε την Aντιόχεια δυτικά, με ρου από βορρά προς νότο, βλ. Browning, R., “The Riot of A.D. 387 in Antioch”, Journal of Roman Studies 49 (1952), σελ. 13-20, ειδικώς σελ. 14.

10. Tη σκηνή περιγράφει ο Λιβάνιος, βλ. Libanii opera omnia, εκδ. Förster R., vv 12 (Leipzig – Teubner 1903-1927), XXII.8,9.

11. Είκοσι μία (21) ομιλίες εκφώνησε ο Iωάννης Xρυσόστομος στο ποίμνιο της Aντιόχειας. Eξήρε τη χριστιανική στάση ζωής τόσο σε σχέση με τις δυσκολίες που είχαν ήδη διέλθει οι πιστοί όσο και με αυτές που τους επιφύλασσε το μέλλον. Παρουσίασε τα γεγονότα ως ευκαιρία για εσωτερική αναγέννηση. Tότε του δόθηκε το προσωνύμιο «Xρυσόστομος». Δεν γνωρίζουμε όμως σε ποιο ναό ιερουργούσε. Eίναι πιθανό να μην ήταν ο μέγας ναός που έκτισε ο Kωνσταντίνος A΄ (Mέγας) (324-337), ο οκταγωνικός Domus Aurea, ο οποίος ήταν αφιερωμένος στην poenitentia (μετάνοια) και την concordia (ομόνοια)· ίσως ήταν ο ναός των αγίων Aποστόλων· βλ. Eltester, W., “Die Kirchen Antiochias im IV.jh.”, Zeitschrift für die Neutestamentliche Wissenschaft 36 (1937=1939), σελ. 251-286, και Downey, G., A History of Antioch in Syria from Seleucius to the Arab Conquest (PUP, Princeton - New Jersey 1961), με βάση το index.


ΠΗΓΕΣ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΑ :

  • Επαμεινώνδας Βρανόπουλος Οδοιπορικό στην Ιορδανία, εκδόσεις Πελασγός.
  • Johann Gustav Droysen Ιστορία των Επιγόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου εκδόσεις ελεύθερη σκέψις.
  • Πολυβίου Ιστορίαι.
  • Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου, "Περί Θεμάτων",έκδοση Βόννης, 1840, σελ. 36, στ. 7.
  •  Η έννοια του συνασπισμού πόλεων ήταν γνωστή στον ελληνικό κόσμο από την αρχαϊκή μέχρι τη ρωμαϊκή περίοδο, αλλά ο χαρακτήρας και ο σκοπός τους άλλαζαν από εποχή σε εποχή και από περιοχή σε περιοχή.
  • Σημ.: Πιθανότατα υπήρχε και άλλη πόλη με το όνομα Γάδαρα, ή Γαδαρίς στην Ιουδαία, η οποία και αναφέρεται στην Π. Διαθήκη. Τα Γάδαρα της Καινής Διαθήκης πιστεύεται ότι είναι η πόλη της Δεκάπολης. Μ. Σιώτης, "Γάδαρα - Εκκλησιαστική Ιστορία", Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, Αθήνα, 1964, τ. 4, σ. 135-137. Αναφέρεται στο http://ikee.lib.auth.gr/record/132877/files/GRI-2013-11125.pdf Bsharah Dahabreh, "Η δικαιοδοσία της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων στις πέραν του Ιορδάνου Επαρχίες της (1ος αι. - 16ος αι.) Μεταπτυχιακή εργασία, Θεολογική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, 2012, σ. 50.]
  • Arthur Segal, The Decapolis: An Historical-Archaeological Survey. Hippos-Sussita Excavation Project. The Zinman Institute of Archaeology, University of Haifa
  •  Bastiaan Van Elderen, Early Christianity in Transjordan, Tyndale Bulletin 45.1 (1994) 97-117.
  •  Χαλκιαδάκης Εμμανουήλ, Πατριαρχείο Ιεροσολύμων: Ιστορία, Κοινωνία, Πολιτισμός. Ακαδημαϊκές Σημειώσεις (αναθεωρημένες), Ηράκλειο Κρήτης, 2014, σελ. 6, 7. Διαθέσιμο στο www.academia.edu [1]
  • Γάδαρα in Liddell & Scott (1940) A Greek–English Lexicon, Oxford: Clarendon Press
  • «Γάδαρα» in the Diccionario Griego–Español en línea (© 2006–2017)
  • www.sakketosaggelos.gr
  • ΖΗΝΩΝ ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ - autochthonesellhnes.blogspot.gr/2016/10/blog-post_29.html
  • www.ehw.gr/asiaminor/ ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ -Για παραπομπή : Γυφτοπούλου Σοφία , «Στάση Κατοίκων Αντιοχείας (Εξέγερση των Ανδριάντων), 387», 2005, Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
  • ΑΡΧΕΙΟ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ





ellinondiktyo.blogspot.gr
Σχόλια