Η σωτήρια αποσύνδεση της δραχμής από τον κανόνα του χρυσού το 1932

Η σωτήρια αποσύνδεση της δραχμής από τον κανόνα του χρυσού το 1932 Μέσα στη δίνη της παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης τον Απρίλιο του 1932, η κυβέρνηση του Ελευθέριου Βενιζέλου αποφάσισε να εγκαταλείψει την πρόσδεση της δραχμής στον κανόνα του χρυσού που είχε οδηγήσει τη χώρα σε οικονομικό αδιέξοδο. Ήταν μια σωτήρια ενέργεια, παρ’ όλες τις αντιρήσεις των δανειστών και τις σχετικές μακροχρόνιες διαπραγματεύσεις για τη ρύθμιση του χρέους που συμφωνήθηκε πολύ αργότερα, το 1964, με ευνοϊκούς όρους για την Ελλάδα. Το σημαντικό είναι ότι, ένα μόλις χρόνο μετά τον απεγκλωβισμό από τον κανόνα του χρυρού, το 1933, η ελληνική οικονομία επέστρεψε στην αναάπτυξη και το 1936 η απασχόληση ανέρχεται στα προ της κρίσης επίπεδα. Κατά τη διάρκεια της μεταπολεμικής περιόδου, μετά και την υποτίμηση της δραχμής έναντι του δολαρίου κατά 50% το 1953, η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε αλματωδώς και συνέχισε να αυξάνεται με αυξομειώσεις μέχρι την ένταξή της στην ευρωζώνη και ειδικότερα μετά το 2008 όπου πέφτει στα Τάρταρα, χωρίς ελπίδα να ανακάμψει. Αλλά ας γυρίσουμε πίσω στην εποχή του Βενιζέλου στις αρχές της δεκαετίας του 1930.Το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης Βενιζέλου και η νεοσύστατη Τράπεζα της Ελλάδος επιχείρησαν να υπερασπιστούν την ισοτιμία της δραχμής – αρχικά με τη στερλίνα και μετά την αποχώρηση των Βρετανών από τον κανόνα του χρυσού, τον Σεπτέμβριο του 1931, με το αμερικανικό δολάριο. Ηταν η ίδια σφιχτή πολιτική –υπό τη στενή επιτήρηση της Δημοσιονομικής Επιτροπής της Κοινωνίας των Εθνών, της Διεθνούς Οικονομικής Επιτροπής (εν λειτουργία από το 1898) και της Τράπεζας της Αγγλίας– που, παρά τα βάρη της ενσωμάτωσης των προσφύγων της Μικράς Ασίας, είχε επιτρέψει τη θεαματική μείωση των επιτοκίων εξωτερικού δανεισμού της Ελλάδας. Το κόστος δανεισμού είχε πέσει από το 14,3% (το 1923) στο 6,7% όταν εισήλθε στον βρετανικό κανόνα του χρυσού το 1928. Με τους ίδιους σχετικά ευνοϊκούς όρους συνέχισε να δανείζεται η χώρα ώς τα τέλη του 1930. Οι ξένοι πιστωτές το 1927 είχαν επιβάλει στην Αθήνα δημoσιονομικό κανόνα, βάσει του οποίου οι δημόσιες δαπάνες δεν έπρεπε να ξεπεράσουν το 28% του ΑΕΠ το 1929-30 και ο προϋπολογισμός έπρεπε μετά το έτος αυτό να είναι ισοσκελισμένος (βλ. τη μελέτη του νυν αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών Γιώργου Χουλιαράκη και της Σοφίας Λαζαρέτου, με τίτλο «Deja Vu? The Greek Crisis Experience, the 2010s versus the 1930s», working paper 176 της Τράπεζας της Ελλάδος). Τότε όμως,στα τέλη του 1930, η διεθνής κρίσηφτάνει και στην Ελλάδα, με τη μορφή μαζικών πτωχεύσεων επιχειρήσεων και τραπεζικού πανικού. Η έξοδος της Βρετανίας από τον κανόνα του χρυσού ήταν το τελικό χτύπημα. Οι καταθέτες έσπευσαν να μετατρέψουν τις δραχμές τους σε χρυσό ή συνάλλαγμα. Η θεσμικά αδύναμη ιδιαίτερα έναντι της Εθνικής, Τράπεζα της Ελλάδος ,διαχειρίστηκε ανεπαρκώς το σοκ, με ξαφνικές αυξήσεις επιτοκίων τις οποίες ακολούθησαν ανεξήγητες μειώσεις. Στις αρχές του 1932, ο Βενιζέλος, που απολάμβανε τη στήριξη της αντιπολίτευσης για την πολιτική διατήρησης της σταθερής ισοτιμίας, μειώνει τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων κατά 6%. Στη συνέχεια επισκέπτεται τη Ρώμη, το Παρίσι και το Λονδίνο,τις τρεις εναπομείνασες εγγυήτριες δυνάμεις του δανείου του 1898. Εκεί υπόσχεται ότι η Ελλάδα δεν θα προβεί σε μονομερείς ενέργειες. Παράλληλα, όμως, διαμηνύει πως οι αντοχές της οικονομίας έχουν εξαντληθεί και δεν υπάρχει δυνατότητα για περαιτέρω περικοπές ή αυξήσεις φόρων με δεδομένο ότι, ο κρατικός προϋπολογισμός ήταν πλεονασματικός τα τρία προηγούμενα χρόνια. Τελικά, αποφασίζει να προχωρήσει στη στάση πληρωμών και στην αποσύνδεση της δραχμής-από τον κανόνα του χρυσού -ένα είδος Grexit- gegon;ow που οδήγησε στην ανάκαμψη της οικονομίας και τη σωτηρία της χώρας. Το καταληκτικό συμπέρασμα από τον απεγκλωβισμό της χώρας μας από τον κανόνα του χρυσού και τη στάση πληρωμών το 1932, είναι ότι, η ελληνική οικονομία απαλλάχτηκε απο τη μέγγενη των χρεών και υποτιμώντας το εθνικό της νόμισμα, σε συνδυασμό με παράλληλα μέτρα δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής, αναπτύχθηκε ικανοποιητικά έως και αλματωδώς για πολλές δεκαετίες. Μέχρις ότου μπήκε ξανά σε μια νέα ποιο σκληρή και απάνθρωπη νομισματική φυλακή. Αυτήν του γερμανικού ευρώ.

Μέσα στη δίνη της παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης τον Απρίλιο του 1932, η κυβέρνηση του Ελευθέριου Βενιζέλου αποφάσισε να εγκαταλείψει την πρόσδεση της δραχμής στον κανόνα του χρυσού που είχε οδηγήσει τη χώρα σε οικονομικό αδιέξοδο. Ήταν μια σωτήρια ενέργεια, παρ’ όλες τις αντιρήσεις των δανειστών και τις σχετικές μακροχρόνιες διαπραγματεύσεις για τη ρύθμιση του χρέους που συμφωνήθηκε πολύ αργότερα, το 1964, με ευνοϊκούς όρους για την Ελλάδα.
Το σημαντικό είναι ότι, ένα μόλις χρόνο μετά τον απεγκλωβισμό από τον κανόνα του χρυρού, το 1933, η ελληνική οικονομία επέστρεψε στην αναάπτυξη και το 1936 η απασχόληση ανέρχεται στα προ της κρίσης επίπεδα.
Κατά τη διάρκεια της μεταπολεμικής περιόδου, μετά και την υποτίμηση της δραχμής έναντι του δολαρίου κατά 50% το 1953, η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε αλματωδώς και συνέχισε να αυξάνεται με αυξομειώσεις μέχρι την ένταξή της στην ευρωζώνη και ειδικότερα μετά το 2008 όπου πέφτει στα Τάρταρα, χωρίς ελπίδα να ανακάμψει.
Αλλά ας γυρίσουμε πίσω στην εποχή του Βενιζέλου στις αρχές της δεκαετίας του 1930.Το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης Βενιζέλου και η νεοσύστατη Τράπεζα της Ελλάδος επιχείρησαν να υπερασπιστούν την ισοτιμία της δραχμής – αρχικά με τη στερλίνα και μετά την αποχώρηση των Βρετανών από τον κανόνα του χρυσού, τον Σεπτέμβριο του 1931, με το αμερικανικό δολάριο. Ηταν η ίδια σφιχτή πολιτική –υπό τη στενή επιτήρηση της Δημοσιονομικής Επιτροπής της Κοινωνίας των Εθνών, της Διεθνούς Οικονομικής Επιτροπής (εν λειτουργία από το 1898) και της Τράπεζας της Αγγλίας– που, παρά τα βάρη της ενσωμάτωσης των προσφύγων της Μικράς Ασίας, είχε επιτρέψει τη θεαματική μείωση των επιτοκίων εξωτερικού δανεισμού της Ελλάδας.
Το κόστος δανεισμού είχε πέσει από το 14,3% (το 1923) στο 6,7% όταν εισήλθε στον βρετανικό κανόνα του χρυσού το 1928. Με τους ίδιους σχετικά ευνοϊκούς όρους συνέχισε να δανείζεται η χώρα ώς τα τέλη του 1930. Οι ξένοι πιστωτές το 1927 είχαν επιβάλει στην Αθήνα δημoσιονομικό κανόνα, βάσει του οποίου οι δημόσιες δαπάνες δεν έπρεπε να ξεπεράσουν το 28% του ΑΕΠ το 1929-30 και ο προϋπολογισμός έπρεπε μετά το έτος αυτό να είναι ισοσκελισμένος (βλ. τη μελέτη του νυν αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών Γιώργου Χουλιαράκη και της Σοφίας Λαζαρέτου, με τίτλο «Deja Vu? The Greek Crisis Experience, the 2010s versus the 1930s», working paper 176 της Τράπεζας της Ελλάδος).
Τότε όμως,στα τέλη του 1930, η διεθνής κρίσηφτάνει και στην Ελλάδα, με τη μορφή μαζικών πτωχεύσεων επιχειρήσεων και τραπεζικού πανικού. Η έξοδος της Βρετανίας από τον κανόνα του χρυσού ήταν το τελικό χτύπημα. Οι καταθέτες έσπευσαν να μετατρέψουν τις δραχμές τους σε χρυσό ή συνάλλαγμα. Η θεσμικά αδύναμη ιδιαίτερα έναντι της Εθνικής, Τράπεζα της Ελλάδος ,διαχειρίστηκε ανεπαρκώς το σοκ, με ξαφνικές αυξήσεις επιτοκίων τις οποίες ακολούθησαν ανεξήγητες μειώσεις.
Στις αρχές του 1932, ο Βενιζέλος, που απολάμβανε τη στήριξη της αντιπολίτευσης για την πολιτική διατήρησης της σταθερής ισοτιμίας, μειώνει τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων κατά 6%. Στη συνέχεια επισκέπτεται τη Ρώμη, το Παρίσι και το Λονδίνο,τις τρεις εναπομείνασες εγγυήτριες δυνάμεις του δανείου του 1898. Εκεί υπόσχεται ότι η Ελλάδα δεν θα προβεί σε μονομερείς ενέργειες. Παράλληλα, όμως, διαμηνύει πως οι αντοχές της οικονομίας έχουν εξαντληθεί και δεν υπάρχει δυνατότητα για περαιτέρω περικοπές ή αυξήσεις φόρων με δεδομένο ότι, ο κρατικός προϋπολογισμός ήταν πλεονασματικός τα τρία προηγούμενα χρόνια.
Τελικά, αποφασίζει να προχωρήσει στη στάση πληρωμών και στην αποσύνδεση της δραχμής-από τον κανόνα του χρυσού -ένα είδος Grexit- gegon;ow που οδήγησε στην ανάκαμψη της οικονομίας και τη σωτηρία της χώρας.
Το καταληκτικό συμπέρασμα από τον απεγκλωβισμό της χώρας μας από τον κανόνα του χρυσού και τη στάση πληρωμών το 1932, είναι ότι, η ελληνική οικονομία απαλλάχτηκε απο τη μέγγενη των χρεών και υποτιμώντας το εθνικό της νόμισμα, σε συνδυασμό με παράλληλα μέτρα δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής, αναπτύχθηκε ικανοποιητικά έως και αλματωδώς για πολλές δεκαετίες. Μέχρις ότου μπήκε ξανά σε μια νέα ποιο σκληρή και απάνθρωπη νομισματική φυλακή. Αυτήν του γερμανικού ευρώ.

odosdrachmis.gr
Σχόλια