Συζήτηση για πιθανή χρεοκοπία υπερχρεωμένων χωρών στο Eurogroup

Συζήτηση για πιθανή χρεοκοπία υπερχρεωμένων χωρών στο Eurogroup Στη συνάντηση του Euro Group το Δεκέμβρη, συζητήθηκε μυστικά η υιοθέτηση ενός Πτωχευτικού Δικαίου για τα κράτη της Ευρωζώνης, ενώ αναζητήθηκαν κριτήρια χαρακτηρισμού μίας χώρας ως χρεοκοπημένης – με στόχο τη διαγραφή χρεών της, προφανώς παράλληλα με την έξοδο της από τη νομισματική ένωση. Ανάλυση – Είδηση Ενώ τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα ασχολούνται με οτιδήποτε άλλο, εκτός από τη δημιουργία συνθηκών ανάπτυξης, χωρίς την οποία η χώρα μας δεν πρόκειται να επιλύσει κανένα πρόβλημα της (αντίθετα, μειώνουν τις προοπτικές, όπως στο θέμα των ιδιωτικών πανεπιστημίων που θα συνέβαλλαν με 5% στο ΑΕΠ, οπότε με 3 δις € στα έσοδα του δημοσίου, καθώς επίσης με πάνω από 100.000 θέσεις εργασίας), οι υπουργοί οικονομικών της Ευρωζώνης συζήτησαν για την υιοθέτηση ενός πτωχευτικού δικαίου για τα κράτη-μέλη της. Δυστυχώς πίσω από κλειστές πόρτες και με αναλύσεις που κρύβονται ουσιαστικά από τη δημοσιότητα (πηγή: Lindner) – όπως το πρωτόκολλο της σύσκεψης του Euro Group το Δεκέμβριο του 2018 (πηγή). Προφανώς η δρομολόγηση μίας διαδικασίας χρεοκοπίας λόγω αφερεγγυότητας για τα κράτη-μέλη της νομισματικής ένωσης, θεωρείται εκρηκτική. Γιατί; Επειδή θα αύξανε σε πολύ μεγάλο βαθμό τόσο τα επιτόκια δανειοδότησης, όσο και την ανεργία στις αδύναμες χώρες της Ευρωζώνης, περιορίζοντας σημαντικά την ελευθερία κινήσεων των κυβερνήσεων τους – κάτι που αφορά κυρίως την Ελλάδα, η οποία θα ήταν η πρώτη χώρα εφαρμογής ενός τέτοιο πτωχευτικού εγχειρήματος, οπότε θα λειτουργούσε ξανά ως πειραματόζωο του γερμανικού ESM αυτή τη φορά. Γιατί αφορά την Ελλάδα; Επειδή είναι το πιο χρεοκοπημένο κράτος στην παγκόσμια ιστορία, χωρίς την παραμικρή αμφιβολία (ανάλυση) – σημειώνοντας πως σύμφωνα με τον κ. Σόιμπλε, δεν επιτρέπεται η χρεοκοπία εντός της Ευρωζώνης, οπότε λογικά θα έπρεπε η χώρα μας να την εγκαταλείψει προηγουμένως. Η Ελλάδα είναι πάντως σήμερα το πιο χρεοκοπημένο κράτος του πλανήτη, λόγω των μνημονίων που της επιβλήθηκαν – ενώ δεν έχει καμία δυνατότητα να ξεφύγει από την παγίδα, με πλεονάσματα 3,5% και με τη δαμόκλειο σπάθη της Γερμανίας να κρέμεται πάνω από το κεφάλι της. Περαιτέρω, μία διαδικασία πτώχευσης για κράτη είναι εκ πρώτης όψεως χρήσιμη, ενώ την υποστηρίζουν πολλοί αριστεροί οικονομολόγοι, όπως ο κ. Stiglitz (πηγή) – θεωρώντας πως με αυτόν τον τρόπο χώρες όπως η Ελλάδα ή η Ιταλία θα μπορούσαν να απελευθερωθούν από τα βάρη των παλαιών χρεών τους. Έτσι θα ήταν σε θέση να χαράξουν μία αποτελεσματική δημοσιονομική πολιτική, προς όφελος των εργαζομένων και των νέων τους που μεταναστεύουν. Εκτός αυτού θα είχαν τη δυνατότητα να επιλύσουν τα προβλήματα του τραπεζικού τους τομέα, παύοντας να έχουν ανάγκη να στηρίζουν τις τράπεζες εις βάρος των φορολογουμένων Πολιτών τους (ανάλυση) – όπως συμβαίνει τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Ιταλία σήμερα. Εν τούτοις, η κατάσταση δεν είναι τόσο απλή, όσο φαίνεται – ενώ η πιθανότητα να βρεθεί ένα κράτος μέσω ενός τέτοιου πτωχευτικού νόμου ακόμη πιο εξαρτημένο από τις διαθέσεις των χρηματαγορών, είναι πολύ μεγάλη. Η βασική αιτία είναι το ότι, σε αντίθεση με τις επιχειρήσεις, δεν υπάρχουν κριτήρια σε σχέση με το πότε μία χώρα μπορεί να θεωρηθεί χρεοκοπημένη – δηλαδή θεμελιωδώς αφερέγγυα, όσον αφορά την εξυπηρέτηση των υποχρεώσεων και το νέο δανεισμό της. Για τις επιχειρήσεις το θέμα είναι πολύ πιο απλό, αφού θεωρούνται ως χρεοκοπημένες όταν τα χρέη τους είναι υψηλότερα από τα περιουσιακά τους στοιχεία – όταν δηλαδή έχουν αρνητικά ίδια κεφάλαια (εν προκειμένω, δεν συνέβαινε κάτι τέτοιο στην Ελλάδα το 2009, αφού απέναντι σε χρέη της τάξης των 301 δις € συμπεριλαμβανομένου του τότε παραποιημένου ελλείμματος της ΕΛΣΤΑΤ, είχε ακίνητα κρατικά περιουσιακά στοιχεία 300 δις €, σύμφωνα με το ίδιο το ΔΝΤ – πηγή). Σε μία διαδικασία πτώχευσης τώρα η επιχείρηση συνήθως λύεται (κλείνει), τα υπόλοιπα περιουσιακά της στοιχεία πωλούνται (ρευστοποιούνται) και πληρώνονται με αυτά τα χρέη της – ενώ επειδή δεν είναι αρκετά για να εξοφληθούν όλοι οι πιστωτές της, ορισμένοι χάνουν τα χρήματα τους και εγγράφουν ζημίες. Για τα κράτη όμως το κριτήριο των ιδίων κεφαλαίων δεν έχει νόημα, αφού εκτός από τα περιουσιακά τους στοιχεία υπάρχουν επί πλέον τα αντίστοιχα των Πολιτών τους – τα οποία χρησιμοποιούνται για την πληρωμή των δημοσίων χρεών τους μέσω της αύξησης της φορολογίας, της μείωσης των κρατικών δαπανών κοκ. Από την άλλη πλευρά, μία χώρα δεν μπορεί να υποθηκεύσει στους πιστωτές της τα περιουσιακά της στοιχεία, όπως είναι οι δημόσιες υποδομές, οι κρατικές επιχειρήσεις, η είσπραξη φόρων κλπ., τουλάχιστον εάν διατηρεί την εθνική της κυριαρχία – σημειώνοντας πως η Ελλάδα είναι ίσως το μοναδικό κράτος στην παγκόσμια ιστορία που υποθήκευσε τα πάντα με το PSI και παρέδωσε αντισυνταγματικά την εθνική της κυριαρχία με τις δανειακές συμβάσεις και με τα μνημόνια που τις συνοδεύουν. Εκτός αυτού μία εταιρεία μπορεί να «ρευστοποιηθεί» πουλώντας τα πάντα και να κλείσει – ενώ ένα κράτος όχι. Τα κριτήρια χρεοκοπίας ενός κράτους Συνεχίζοντας, επειδή οι υπουργοί οικονομικών της Ευρωζώνης γνωρίζουν προφανώς όλα όσα αναφέραμε, αναζήτησαν ένα άλλο κριτήριο για τη διαπίστωση της χρεοκοπίας ενός κράτους – όπου θέλησαν να συνδέσουν τη διαγραφή δημοσίου χρέους με τη δυνατότητα εξυπηρέτησης του, θεωρώντας πως είναι βιώσιμο, πως μπορεί δηλαδή να εξυπηρετείται, εάν δεν αυξάνεται σημαντικά στο μέλλον. Επομένως, όταν διενεργείται μία ανάλυση εξυπηρέτησης του χρέους, τότε πρέπει ανά τακτά χρονικά διαστήματα να προβλέπεται η εξέλιξη του ως ποσοστό επί του ΑΕΠ – οπότε, εάν από την ανάλυση προκύπτει η ισχυρή άνοδος του, τότε το χρέος θεωρείται ως μη βιώσιμο, η χώρα χρεοκοπημένη και αναγκαία η διαγραφή χρέους. Εν τούτοις, το κριτήριο αυτό είναι σε μεγάλο βαθμό προβληματικό, με την έννοια πως εάν εξαρτήσει κανείς τη διαγραφή χρέους από τη δυνατότητα εξυπηρέτησης του, τότε μπορεί πολύ εύκολα να λειτουργήσει ως μία αυτοεκπληρούμενη προφητεία – όπως ακριβώς συνέβη με την κρίση που ξεκίνησε το 2008. Ειδικότερα, επειδή η ανάπτυξη κατέρρευσε λόγω της αμερικανικής χρηματοπιστωτικής κρίσης, ενώ τα χρέη πολλών χωρών αυξήθηκαν εξαιτίας της μείωσης των δημοσίων εσόδων, της αύξησης της ανεργίας και των διασώσεων των τραπεζών, εκτοξεύθηκαν σε όλα τα κράτη τα χρέη ως προς το ΑΕΠ (αφού ο αριθμητής αυξήθηκε, ταυτόχρονα με τη μείωση του παρανομαστή). Ως εκ τούτου έγινε πολύ πιο δύσκολη η εξυπηρέτηση τους – ενώ στην Ευρώπη, επειδή η ΕΚΤ δεν δρομολόγησε έγκαιρα την αγορά ομολόγων των κρατών μελών της νομισματικής ένωσης, οι χρηματαγορές απαίτησαν ξαφνικά πολύ υψηλά επιτόκια από όλες τις χώρες, εξαιτίας του μεγάλου ρίσκου (γράφημα). Επειδή τώρα τα επιτόκια των εμπορικών τραπεζών εξαρτώνται άμεσα από τα κρατικά, οι ιδιωτικές επενδύσεις σταμάτησαν εντελώς – οπότε ενισχύθηκε η κρίση. Όπως καταλαβαίνουμε εδώ, όταν η Ελλάδα δανείζεται με πενταετή ομόλογα με 3,6% και η απόσταση μεταξύ πενταετών και δεκαετών είναι τετραπλάσια (0,38% σήμερα τα πενταετή της Πορτογαλίας και 1,59% τα δεκαετή), τότε ο δανεισμός των τραπεζών που καθορίζεται από τα δεκαετή είναι αδύνατος – οπότε η ανάγκη ανακεφαλαιοποίησης τους αυτονόητη. Οι ευθύνες της ΕΚΤ Περαιτέρω, εύλογα αναρωτιέται κανείς εάν πολλά κράτη της Ευρωζώνης οδηγήθηκαν στα όρια της αδυναμίας εξυπηρέτησης των χρεών τους, άρα της χρεοκοπίας, επειδή τα χρέη τους αυξήθηκαν – πόσο μάλλον όταν πολλές άλλες χώρες, όπως η Μ. Βρετανία και οι Η.Π.Α., βίωσαν μία ανάλογα σοβαρή κρίση, χωρίς όμως να αυξηθούν σε τέτοιο βαθμό τα επιτόκια τους, όπως στην Ευρωζώνη. Εν προκειμένω, η σημαντικότερη διαφορά της νομισματικής ένωσης με τις υπόλοιπες χώρες του ΟΟΣΑ δεν ήταν άλλη, από το ότι η ΕΚΤ ήταν η μοναδική κεντρική τράπεζα που δεν λειτούργησε έως το 2012 ως ο δανειστής ύστατης ανάγκης – πως δεν ενέργησε δηλαδή ως έσχατος αγοραστής κρατικών ομολόγων για να μειώσει τα επιτόκια τους, όπως ασφαλώς ήταν υποχρεωμένη εκ του ρόλου τους. Η μοναδική χώρα δε που πλήρωσε πανάκριβα την ανικανότητα της ΕΚΤ, ήταν η Ελλάδα – η οποία οδηγήθηκε εκβιαστικά στη συντεταγμένη χρεοκοπία της με το PSI, μερικούς μήνες προτού η ΕΚΤ σεβαστεί τις υποχρεώσεις της. Σε κάθε περίπτωση, χωρίς τη δυνατότητα παρέμβασης των κεντρικών τραπεζών στις αγορές κρατικών ομολόγων, τα κράτη είναι απολύτως εξαρτημένα από τις διαθέσεις των χρηματαγορών, όσον αφορά την εξυπηρέτηση των χρεών τους – αφού δεν τα εξοφλούν ποτέ, αλλά τα ανακυκλώνουν συνεχώς μέσω του νέου δανεισμού τους.Εάν λοιπόν οι αγορές αρνούνται να τα δανείσουν με βιώσιμα επιτόκια (=χαμηλότερα από το ρυθμό ανάπτυξης τους) και δεν έχουν κεντρική τράπεζα για να επέμβει ως αγοραστής, τότε απειλούνται με χρεοκοπία – ενώ το γεγονός αυτό μπορεί να λειτουργήσει ως μία αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Αναλυτικότερα, εάν ο «πιστωτής Α» αναμένει πως ο «πιστωτής Β» δεν θα επιμηκύνει την απαίτηση του απέναντι σε ένα κράτος (δεν θα αγοράσει δηλαδή νέα ομόλογα για να πληρωθούν τα παλαιότερα στη λήξη τους), ενώ δεν θα το κάνει ούτε η κεντρική τράπεζα, τότε ο «πιστωτής Α» δεν επιμηκύνει ούτε αυτός την απαίτηση του – από το φόβο του μήπως χάσει τα χρήματα του. Επομένως το κράτος αδυνατεί να εξυπηρετήσει τις υποχρεώσεις του, ακόμη και αν διαθέτει πολλαπλά περιουσιακά στοιχεία – οπότε χρεοκοπεί, όπως ακριβώς συνέβη με την Ελλάδα το 2010, με ευθύνη κυρίως της ΕΚΤ. Συμπερασματικά λοιπόν αυτή η διαδικασία της αυτοεκπληρούμενης προφητείας θα γίνει πολύ πιο πιθανή, εάν το Euro Group εξαρτήσει τη διαγραφή χρέους από το προβλεπόμενο ποσοστό του ως προς το ΑΕΠ, όπως σχεδιάζει – με την έννοια πως τα υψηλά επιτόκια σε περιόδους χρηματοπιστωτικού πανικού μειώνουν το ρυθμό ανάπτυξης αυξάνοντας ταυτόχρονα το χρέος, οπότε η χρεοκοπία είναι δεδομένη. Το γεγονός δε, σύμφωνα με το οποίο η Ελλάδα πλήρωσε για πενταετή ομόλογα μόλις 2,5 δις € το τεράστιο επιτόκιο του 3,6%, έναντι 0,2% της Ισπανίας, τεκμηριώνει πως αν μη τι άλλο οι αγορές έχουν πληροφορηθεί για τα σχέδια του γερμανικού Euro Group– οπότε πρέπει να είμαστε πάρα πολύ προσεκτικοί. Επίλογος Ολοκληρώνοντας, οι Γερμανοί αδιαφορούν εντελώς για τα παραπάνω, θεωρώντας πως ένα καθεστώς χρεοκοπίας θα ενισχύσει την πειθαρχία των κρατών της Ευρωζώνης στις εντολές τους. Δυστυχώς δεν κατανοούν πως εάν υιοθετηθεί κάτι τέτοιο, τότε θα κινδυνεύσει να διαλυθεί η νομισματική ένωση – αφού θα οδηγήσει αυτόματα στην αύξηση των επιτοκίων των χωρών της περιφέρειας, όπως διαπιστώνεται ήδη για την Ελλάδα και την Ιταλία, με αποτέλεσμα τον περιορισμό του ρυθμού ανάπτυξης (η Ιταλία έχει βυθιστεί ξανά σε ύφεση) και την άνοδο της πιθανότητας χρεοκοπίας τους. Την ίδια στιγμή η Ιαπωνία πληρώνει μηδενικά επιτόκια, παρά το ότι το χρέος της είναι ήδη στο 253% του ΑΕΠ της, χωρίς να υπάρχει κανένας φόβος χρεοκοπίας της – κάτι που σημαίνει πως είτε είναι τυφλή η Γερμανία, είτε το κάνει σκόπιμα, για να «επισφραγίσει» την κυριαρχία της στην Ευρώπη, με πειραματόζωο την πατρίδα μας.



Στη συνάντηση του Euro Group το Δεκέμβρη, συζητήθηκε μυστικά η υιοθέτηση ενός Πτωχευτικού Δικαίου για τα κράτη της Ευρωζώνης, ενώ αναζητήθηκαν κριτήρια χαρακτηρισμού μίας χώρας ως χρεοκοπημένης – με στόχο τη διαγραφή χρεών της, προφανώς παράλληλα με την έξοδο της από τη νομισματική ένωση.
Ανάλυση – Είδηση



Ενώ τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα ασχολούνται με οτιδήποτε άλλο, εκτός από τη δημιουργία συνθηκών ανάπτυξης, χωρίς την οποία η χώρα μας δεν πρόκειται να επιλύσει κανένα πρόβλημα της (αντίθετα, μειώνουν τις προοπτικές, όπως στο θέμα των ιδιωτικών πανεπιστημίων που θα συνέβαλλαν με 5% στο ΑΕΠ, οπότε με 3 δις € στα έσοδα του δημοσίου, καθώς επίσης με πάνω από 100.000 θέσεις εργασίας), οι υπουργοί οικονομικών της Ευρωζώνης συζήτησαν για την υιοθέτηση ενός πτωχευτικού δικαίου για τα κράτη-μέλη της. Δυστυχώς πίσω από κλειστές πόρτες και με αναλύσεις που κρύβονται ουσιαστικά από τη δημοσιότητα (πηγή: Lindner) – όπως το πρωτόκολλο της σύσκεψης του Euro Group το Δεκέμβριο του 2018 (πηγή).

Προφανώς η δρομολόγηση μίας διαδικασίας χρεοκοπίας λόγω αφερεγγυότητας για τα κράτη-μέλη της νομισματικής ένωσης, θεωρείται εκρηκτική. Γιατί; Επειδή θα αύξανε σε πολύ μεγάλο βαθμό τόσο τα επιτόκια δανειοδότησης, όσο και την ανεργία στις αδύναμες χώρες της Ευρωζώνης, περιορίζοντας σημαντικά την ελευθερία κινήσεων των κυβερνήσεων τους – κάτι που αφορά κυρίως την Ελλάδα, η οποία θα ήταν η πρώτη χώρα εφαρμογής ενός τέτοιο πτωχευτικού εγχειρήματος, οπότε θα λειτουργούσε ξανά ως πειραματόζωο του γερμανικού ESM αυτή τη φορά.

Γιατί αφορά την Ελλάδα; Επειδή είναι το πιο χρεοκοπημένο κράτος στην παγκόσμια ιστορία, χωρίς την παραμικρή αμφιβολία (ανάλυση) – σημειώνοντας πως σύμφωνα με τον κ. Σόιμπλε, δεν επιτρέπεται η χρεοκοπία εντός της Ευρωζώνης, οπότε λογικά θα έπρεπε η χώρα μας να την εγκαταλείψει προηγουμένως. Η Ελλάδα είναι πάντως σήμερα το πιο χρεοκοπημένο κράτος του πλανήτη, λόγω των μνημονίων που της επιβλήθηκαν – ενώ δεν έχει καμία δυνατότητα να ξεφύγει από την παγίδα, με πλεονάσματα 3,5% και με τη δαμόκλειο σπάθη της Γερμανίας να κρέμεται πάνω από το κεφάλι της.

Περαιτέρω, μία διαδικασία πτώχευσης για κράτη είναι εκ πρώτης όψεως χρήσιμη, ενώ την υποστηρίζουν πολλοί αριστεροί οικονομολόγοι, όπως ο κ. Stiglitz (πηγή) – θεωρώντας πως με αυτόν τον τρόπο χώρες όπως η Ελλάδα ή η Ιταλία θα μπορούσαν να απελευθερωθούν από τα βάρη των παλαιών χρεών τους. Έτσι θα ήταν σε θέση να χαράξουν μία αποτελεσματική δημοσιονομική πολιτική, προς όφελος των εργαζομένων και των νέων τους που μεταναστεύουν. Εκτός αυτού θα είχαν τη δυνατότητα να επιλύσουν τα προβλήματα του τραπεζικού τους τομέα, παύοντας να έχουν ανάγκη να στηρίζουν τις τράπεζες εις βάρος των φορολογουμένων Πολιτών τους (ανάλυση) – όπως συμβαίνει τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Ιταλία σήμερα.

Εν τούτοις, η κατάσταση δεν είναι τόσο απλή, όσο φαίνεται – ενώ η πιθανότητα να βρεθεί ένα κράτος μέσω ενός τέτοιου πτωχευτικού νόμου ακόμη πιο εξαρτημένο από τις διαθέσεις των χρηματαγορών, είναι πολύ μεγάλη. Η βασική αιτία είναι το ότι, σε αντίθεση με τις επιχειρήσεις, δεν υπάρχουν κριτήρια σε σχέση με το πότε μία χώρα μπορεί να θεωρηθεί χρεοκοπημένη – δηλαδή θεμελιωδώς αφερέγγυα, όσον αφορά την εξυπηρέτηση των υποχρεώσεων και το νέο δανεισμό της.

Για τις επιχειρήσεις το θέμα είναι πολύ πιο απλό, αφού θεωρούνται ως χρεοκοπημένες όταν τα χρέη τους είναι υψηλότερα από τα περιουσιακά τους στοιχεία – όταν δηλαδή έχουν αρνητικά ίδια κεφάλαια (εν προκειμένω, δεν συνέβαινε κάτι τέτοιο στην Ελλάδα το 2009, αφού απέναντι σε χρέη της τάξης των 301 δις € συμπεριλαμβανομένου του τότε παραποιημένου ελλείμματος της ΕΛΣΤΑΤ, είχε ακίνητα κρατικά περιουσιακά στοιχεία 300 δις €, σύμφωνα με το ίδιο το ΔΝΤ – πηγή).

Σε μία διαδικασία πτώχευσης τώρα η επιχείρηση συνήθως λύεται (κλείνει), τα υπόλοιπα περιουσιακά της στοιχεία πωλούνται (ρευστοποιούνται) και πληρώνονται με αυτά τα χρέη της – ενώ επειδή δεν είναι αρκετά για να εξοφληθούν όλοι οι πιστωτές της, ορισμένοι χάνουν τα χρήματα τους και εγγράφουν ζημίες.

Για τα κράτη όμως το κριτήριο των ιδίων κεφαλαίων δεν έχει νόημα, αφού εκτός από τα περιουσιακά τους στοιχεία υπάρχουν επί πλέον τα αντίστοιχα των Πολιτών τους – τα οποία χρησιμοποιούνται για την πληρωμή των δημοσίων χρεών τους μέσω της αύξησης της φορολογίας, της μείωσης των κρατικών δαπανών κοκ.

Από την άλλη πλευρά, μία χώρα δεν μπορεί να υποθηκεύσει στους πιστωτές της τα περιουσιακά της στοιχεία, όπως είναι οι δημόσιες υποδομές, οι κρατικές επιχειρήσεις, η είσπραξη φόρων κλπ., τουλάχιστον εάν διατηρεί την εθνική της κυριαρχία – σημειώνοντας πως η Ελλάδα είναι ίσως το μοναδικό κράτος στην παγκόσμια ιστορία που υποθήκευσε τα πάντα με το PSI και παρέδωσε αντισυνταγματικά την εθνική της κυριαρχία με τις δανειακές συμβάσεις και με τα μνημόνια που τις συνοδεύουν. Εκτός αυτού μία εταιρεία μπορεί να «ρευστοποιηθεί» πουλώντας τα πάντα και να κλείσει – ενώ ένα κράτος όχι.
Τα κριτήρια χρεοκοπίας ενός κράτους

Συνεχίζοντας, επειδή οι υπουργοί οικονομικών της Ευρωζώνης γνωρίζουν προφανώς όλα όσα αναφέραμε, αναζήτησαν ένα άλλο κριτήριο για τη διαπίστωση της χρεοκοπίας ενός κράτους – όπου θέλησαν να συνδέσουν τη διαγραφή δημοσίου χρέους με τη δυνατότητα εξυπηρέτησης του, θεωρώντας πως είναι βιώσιμο, πως μπορεί δηλαδή να εξυπηρετείται, εάν δεν αυξάνεται σημαντικά στο μέλλον.

Επομένως, όταν διενεργείται μία ανάλυση εξυπηρέτησης του χρέους, τότε πρέπει ανά τακτά χρονικά διαστήματα να προβλέπεται η εξέλιξη του ως ποσοστό επί του ΑΕΠ – οπότε, εάν από την ανάλυση προκύπτει η ισχυρή άνοδος του, τότε το χρέος θεωρείται ως μη βιώσιμο, η χώρα χρεοκοπημένη και αναγκαία η διαγραφή χρέους.

Εν τούτοις, το κριτήριο αυτό είναι σε μεγάλο βαθμό προβληματικό, με την έννοια πως εάν εξαρτήσει κανείς τη διαγραφή χρέους από τη δυνατότητα εξυπηρέτησης του, τότε μπορεί πολύ εύκολα να λειτουργήσει ως μία αυτοεκπληρούμενη προφητεία – όπως ακριβώς συνέβη με την κρίση που ξεκίνησε το 2008.

Ειδικότερα, επειδή η ανάπτυξη κατέρρευσε λόγω της αμερικανικής χρηματοπιστωτικής κρίσης, ενώ τα χρέη πολλών χωρών αυξήθηκαν εξαιτίας της μείωσης των δημοσίων εσόδων, της αύξησης της ανεργίας και των διασώσεων των τραπεζών, εκτοξεύθηκαν σε όλα τα κράτη τα χρέη ως προς το ΑΕΠ (αφού ο αριθμητής αυξήθηκε, ταυτόχρονα με τη μείωση του παρανομαστή).



Ως εκ τούτου έγινε πολύ πιο δύσκολη η εξυπηρέτηση τους – ενώ στην Ευρώπη, επειδή η ΕΚΤ δεν δρομολόγησε έγκαιρα την αγορά ομολόγων των κρατών μελών της νομισματικής ένωσης, οι χρηματαγορές απαίτησαν ξαφνικά πολύ υψηλά επιτόκια από όλες τις χώρες, εξαιτίας του μεγάλου ρίσκου (γράφημα). Επειδή τώρα τα επιτόκια των εμπορικών τραπεζών εξαρτώνται άμεσα από τα κρατικά, οι ιδιωτικές επενδύσεις σταμάτησαν εντελώς – οπότε ενισχύθηκε η κρίση. Όπως καταλαβαίνουμε εδώ, όταν η Ελλάδα δανείζεται με πενταετή ομόλογα με 3,6% και η απόσταση μεταξύ πενταετών και δεκαετών είναι τετραπλάσια (0,38% σήμερα τα πενταετή της Πορτογαλίας και 1,59% τα δεκαετή), τότε ο δανεισμός των τραπεζών που καθορίζεται από τα δεκαετή είναι αδύνατος – οπότε η ανάγκη ανακεφαλαιοποίησης τους αυτονόητη.
Οι ευθύνες της ΕΚΤ

Περαιτέρω, εύλογα αναρωτιέται κανείς εάν πολλά κράτη της Ευρωζώνης οδηγήθηκαν στα όρια της αδυναμίας εξυπηρέτησης των χρεών τους, άρα της χρεοκοπίας, επειδή τα χρέη τους αυξήθηκαν – πόσο μάλλον όταν πολλές άλλες χώρες, όπως η Μ. Βρετανία και οι Η.Π.Α., βίωσαν μία ανάλογα σοβαρή κρίση, χωρίς όμως να αυξηθούν σε τέτοιο βαθμό τα επιτόκια τους, όπως στην Ευρωζώνη.

Εν προκειμένω, η σημαντικότερη διαφορά της νομισματικής ένωσης με τις υπόλοιπες χώρες του ΟΟΣΑ δεν ήταν άλλη, από το ότι η ΕΚΤ ήταν η μοναδική κεντρική τράπεζα που δεν λειτούργησε έως το 2012 ως ο δανειστής ύστατης ανάγκης – πως δεν ενέργησε δηλαδή ως έσχατος αγοραστής κρατικών ομολόγων για να μειώσει τα επιτόκια τους, όπως ασφαλώς ήταν υποχρεωμένη εκ του ρόλου τους. Η μοναδική χώρα δε που πλήρωσε πανάκριβα την ανικανότητα της ΕΚΤ, ήταν η Ελλάδα – η οποία οδηγήθηκε εκβιαστικά στη συντεταγμένη χρεοκοπία της με το PSI, μερικούς μήνες προτού η ΕΚΤ σεβαστεί τις υποχρεώσεις της.

Σε κάθε περίπτωση, χωρίς τη δυνατότητα παρέμβασης των κεντρικών τραπεζών στις αγορές κρατικών ομολόγων, τα κράτη είναι απολύτως εξαρτημένα από τις διαθέσεις των χρηματαγορών, όσον αφορά την εξυπηρέτηση των χρεών τους – αφού δεν τα εξοφλούν ποτέ, αλλά τα ανακυκλώνουν συνεχώς μέσω του νέου δανεισμού τους.Εάν λοιπόν οι αγορές αρνούνται να τα δανείσουν με βιώσιμα επιτόκια (=χαμηλότερα από το ρυθμό ανάπτυξης τους) και δεν έχουν κεντρική τράπεζα για να επέμβει ως αγοραστής, τότε απειλούνται με χρεοκοπία – ενώ το γεγονός αυτό μπορεί να λειτουργήσει ως μία αυτοεκπληρούμενη προφητεία.

Αναλυτικότερα, εάν ο «πιστωτής Α» αναμένει πως ο «πιστωτής Β» δεν θα επιμηκύνει την απαίτηση του απέναντι σε ένα κράτος (δεν θα αγοράσει δηλαδή νέα ομόλογα για να πληρωθούν τα παλαιότερα στη λήξη τους), ενώ δεν θα το κάνει ούτε η κεντρική τράπεζα, τότε ο «πιστωτής Α» δεν επιμηκύνει ούτε αυτός την απαίτηση του – από το φόβο του μήπως χάσει τα χρήματα του. Επομένως το κράτος αδυνατεί να εξυπηρετήσει τις υποχρεώσεις του, ακόμη και αν διαθέτει πολλαπλά περιουσιακά στοιχεία – οπότε χρεοκοπεί, όπως ακριβώς συνέβη με την Ελλάδα το 2010, με ευθύνη κυρίως της ΕΚΤ.

Συμπερασματικά λοιπόν αυτή η διαδικασία της αυτοεκπληρούμενης προφητείας θα γίνει πολύ πιο πιθανή, εάν το Euro Group εξαρτήσει τη διαγραφή χρέους από το προβλεπόμενο ποσοστό του ως προς το ΑΕΠ, όπως σχεδιάζει – με την έννοια πως τα υψηλά επιτόκια σε περιόδους χρηματοπιστωτικού πανικού μειώνουν το ρυθμό ανάπτυξης αυξάνοντας ταυτόχρονα το χρέος, οπότε η χρεοκοπία είναι δεδομένη.

Το γεγονός δε, σύμφωνα με το οποίο η Ελλάδα πλήρωσε για πενταετή ομόλογα μόλις 2,5 δις € το τεράστιο επιτόκιο του 3,6%, έναντι 0,2% της Ισπανίας, τεκμηριώνει πως αν μη τι άλλο οι αγορές έχουν πληροφορηθεί για τα σχέδια του γερμανικού Euro Group– οπότε πρέπει να είμαστε πάρα πολύ προσεκτικοί.
Επίλογος

Ολοκληρώνοντας, οι Γερμανοί αδιαφορούν εντελώς για τα παραπάνω, θεωρώντας πως ένα καθεστώς χρεοκοπίας θα ενισχύσει την πειθαρχία των κρατών της Ευρωζώνης στις εντολές τους. Δυστυχώς δεν κατανοούν πως εάν υιοθετηθεί κάτι τέτοιο, τότε θα κινδυνεύσει να διαλυθεί η νομισματική ένωση – αφού θα οδηγήσει αυτόματα στην αύξηση των επιτοκίων των χωρών της περιφέρειας, όπως διαπιστώνεται ήδη για την Ελλάδα και την Ιταλία, με αποτέλεσμα τον περιορισμό του ρυθμού ανάπτυξης (η Ιταλία έχει βυθιστεί ξανά σε ύφεση) και την άνοδο της πιθανότητας χρεοκοπίας τους.

Την ίδια στιγμή η Ιαπωνία πληρώνει μηδενικά επιτόκια, παρά το ότι το χρέος της είναι ήδη στο 253% του ΑΕΠ της, χωρίς να υπάρχει κανένας φόβος χρεοκοπίας της – κάτι που σημαίνει πως είτε είναι τυφλή η Γερμανία, είτε το κάνει σκόπιμα, για να «επισφραγίσει» την κυριαρχία της στην Ευρώπη, με πειραματόζωο την πατρίδα μας.

Πηγή : The Analyst.gr
Σχόλια