Ποιος πληρώνει για το ευρωπαϊκό Green Deal;

Ποιος πληρώνει για το ευρωπαϊκό Green Deal; EPA/JULIAN STRATENSCHULTE «Πράσινες επενδύσεις» ύψους 1 τρισ. ευρώ υπόσχεται η νέα Κομισιόν και ήδη αναζητούνται πόροι για τη χρηματοδότηση και τη στήριξη των περιφερειών που εγκαταλείπουν τις συμβατικές μορφές ενέργειας. Όπως επισημαίνει η Deutsche Welle σε δημοσίευμά της, το παραπάνω στοίχημα δεν είναι εύκολο σε μία εποχή που οι Ευρωπαίοι καλούνται να αυξήσουν τις δαπάνες για την άμυνα, αλλά και την έρευνα, ενώ χάνουν τη βρετανική συνεισφορά στον κοινό προϋπολογισμό. Η ευρωβουλευτής της Ν.Δ. Μαρία Σπυράκη επισημαίνει ότι θα χρειαστούν πολλές και διαφορετικές πηγές χρηματοδότησης: «Χρηματοδότηση από τον κοινοτικό προϋπολογισμό, από το επόμενο δημοσιονομικό πλαίσιο 2021-2027, χρηματοδότηση από τον ιδιωτικό τομέα και χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ), με εμπλοκή των εθνικών προϋπολογισμών- μόνο έτσι θα μπορέσει να συγκεντρωθεί το ικανό ποσό που χρειάζεται, ώστε οι πράσινες επενδύσεις να έχουν καινοτόμα χαρακτηριστικά και να προσφέρουν πολλές και καλά αμοιβόμενες δουλειές» αναφέρει η Ελληνίδα ευρωβουλευτής. Τι περιθώρια υπάρχουν για υψηλότερες κρατικές δαπάνες με δεδομένο το αυστηρό πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας; Μιλώντας στους δημοσιογράφους την Τρίτη στο Στρασβούργο, ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν Βάλντις Ντομπρόφσκις δέχθηκε το ερώτημα, εάν οι «πράσινες επενδύσεις» μπορούν να εξαιρεθούν από τους κανόνες περί χρέους και ελλείμματος. Δεν το υποσχέθηκε, αλλά και δεν το απέκλεισε, υπενθυμίζοντας ότι το 2020 θα ανοίξει και πάλι η συζήτηση για την ενισχυμένη δημοσιονομική εποπτεία και την οικονομική διακυβέρνηση στην Ευρωζώνη. «Τον Ιανουάριο θα παρουσιάσουμε μία πρόταση επανεξέτασης της νομοθεσίας six pack και two pack. Αρχίσουμε μία συζήτηση για το μέλλον της δημοσιονομικής πολιτικής, στην οποία θα τεθούν πολλά ζητήματα και προφανώς ένα από αυτά είναι οι πράσινες επενδύσεις. Αναμένουμε ζωηρή συζήτηση, χρειαζόμαστε απλοποίηση και εξορθολογισμό της φορολογικής νομοθεσίας, θέλουμε να διατηρήσουμε τη δημοσιονομική βιωσιμότητα». Ανησυχία για δυτική Μακεδονία - Μεγαλούπολη Όσο μεγάλος είναι ο ενθουσιασμός για τις νέες μορφές ενέργειας, άλλο τόσο έντονος είναι ο προβληματισμός για τις περιφέρειες που εξαρτώνται από τα ορυκτά καύσιμα και θα πρέπει να αναζητήσουν άλλες λύσεις. Η Ελλάδα έχει αποφασίσει ότι θα κλείσει τις παλαιές μονάδες λιγνίτη μέχρι το 2023 και θα αποβάλει τον άνθρακα από το ενεργειακό της μείγμα μέχρι το 2028. Γι' αυτό χρειάζεται μία «δίκαιη μετάβαση», επισημαίνει η ευρωβουλευτής Μαρία Σπυράκη. «Μόνο στην Ελλάδα έχουμε την περίπτωση της δυτικής Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης που εξαρτώνται πλήρως από την πορεία της απο-λιγνιτοποίησης» σημειώνει και προσθέτει: «Είναι λοιπόν απαραίτητο εκεί να υπάρχουν ώριμα σχέδια, να επενδυθούν χρήματα και να μη μείνει κανένας πίσω. Επιτρέψτε μου να πω ότι η ταχύτητα της απο-λιγνιτοποίησης πρέπει να είναι κριτήριο επιλεξιμότητας για τη χρηματοδότηση των νέων προγραμμάτων από το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης». Η Πολωνία εξαρτάται από την παραγωγή λιγνίτη όσο καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα και αποστασιοποιείται από το Green Deal της νέας Κομισιόν. Απαιτεί περισσότερο χρόνο καθώς και ευρωπαϊκές επιδοτήσεις δισεκατομμυρίων. Βρισκόμαστε στο ίδιο μήκος κύματος με τους Πολωνούς; «Το αντίθετο», λέει η Ελληνίδα ευρωβουλευτής. «Εμείς πάμε να είμαστε στην πρωτοπορία του Green Deal. Αντί να ζητήσουμε χρόνο για την απο-ανθρακοποίηση, ζητάμε την υποστήριξη των πρωτοπόρων, ούτως ώστε κανείς να μη μείνει πίσω». «Αλλαγή του οικονομικού μοντέλου» Από εκει και πέρα οι περισσότερες πολιτικές ομάδες της Ευρωβουλής, από το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα μέχρι τους Πράσινους, συμφωνούν στην εκτίμηση ότι το Green Deal δεν θα πετύχει, αν δεν συνοδευθεί από μία αλλαγή του καταναλωτικού μοντέλου. Όπως επισημαίνει η επικεφαλής των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών, Ιράτσε Γκαρθία Πέρες «το Green Deal δεν είναι μία οποιαδήποτε στρατηγική. Μιλάμε για μία αλλαγή του οικονομικού μοντέλου στην Ευρώπη. Χρειαζόμαστε κοινωνική δικαιοσύνη και δίκαιη μετάβαση. Κανείς δεν πρέπει να μείνει πίσω καθώς θα υλοποιούνται αυτές οι θεμελιώδες αλλαγές. Και προφανώς για να γίνει αυτό, θέλουμε μεγαλύτερη προϋπολογισμό, θέλουμε οικονομικούς πόρους...».



EPA/JULIAN STRATENSCHULTE



«Πράσινες επενδύσεις» ύψους 1 τρισ. ευρώ υπόσχεται η νέα Κομισιόν και ήδη αναζητούνται πόροι για τη χρηματοδότηση και τη στήριξη των περιφερειών που εγκαταλείπουν τις συμβατικές μορφές ενέργειας.

Όπως επισημαίνει η Deutsche Welle σε δημοσίευμά της, το παραπάνω στοίχημα δεν είναι εύκολο σε μία εποχή που οι Ευρωπαίοι καλούνται να αυξήσουν τις δαπάνες για την άμυνα, αλλά και την έρευνα, ενώ χάνουν τη βρετανική συνεισφορά στον κοινό προϋπολογισμό. Η ευρωβουλευτής της Ν.Δ. Μαρία Σπυράκη επισημαίνει ότι θα χρειαστούν πολλές και διαφορετικές πηγές χρηματοδότησης: «Χρηματοδότηση από τον κοινοτικό προϋπολογισμό, από το επόμενο δημοσιονομικό πλαίσιο 2021-2027, χρηματοδότηση από τον ιδιωτικό τομέα και χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ), με εμπλοκή των εθνικών προϋπολογισμών- μόνο έτσι θα μπορέσει να συγκεντρωθεί το ικανό ποσό που χρειάζεται, ώστε οι πράσινες επενδύσεις να έχουν καινοτόμα χαρακτηριστικά και να προσφέρουν πολλές και καλά αμοιβόμενες δουλειές» αναφέρει η Ελληνίδα ευρωβουλευτής.


Τι περιθώρια υπάρχουν για υψηλότερες κρατικές δαπάνες με δεδομένο το αυστηρό πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας; Μιλώντας στους δημοσιογράφους την Τρίτη στο Στρασβούργο, ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν Βάλντις Ντομπρόφσκις δέχθηκε το ερώτημα, εάν οι «πράσινες επενδύσεις» μπορούν να εξαιρεθούν από τους κανόνες περί χρέους και ελλείμματος. Δεν το υποσχέθηκε, αλλά και δεν το απέκλεισε, υπενθυμίζοντας ότι το 2020 θα ανοίξει και πάλι η συζήτηση για την ενισχυμένη δημοσιονομική εποπτεία και την οικονομική διακυβέρνηση στην Ευρωζώνη. «Τον Ιανουάριο θα παρουσιάσουμε μία πρόταση επανεξέτασης της νομοθεσίας six pack και two pack. Αρχίσουμε μία συζήτηση για το μέλλον της δημοσιονομικής πολιτικής, στην οποία θα τεθούν πολλά ζητήματα και προφανώς ένα από αυτά είναι οι πράσινες επενδύσεις. Αναμένουμε ζωηρή συζήτηση, χρειαζόμαστε απλοποίηση και εξορθολογισμό της φορολογικής νομοθεσίας, θέλουμε να διατηρήσουμε τη δημοσιονομική βιωσιμότητα».

Ανησυχία για δυτική Μακεδονία - Μεγαλούπολη

Όσο μεγάλος είναι ο ενθουσιασμός για τις νέες μορφές ενέργειας, άλλο τόσο έντονος είναι ο προβληματισμός για τις περιφέρειες που εξαρτώνται από τα ορυκτά καύσιμα και θα πρέπει να αναζητήσουν άλλες λύσεις. Η Ελλάδα έχει αποφασίσει ότι θα κλείσει τις παλαιές μονάδες λιγνίτη μέχρι το 2023 και θα αποβάλει τον άνθρακα από το ενεργειακό της μείγμα μέχρι το 2028. Γι' αυτό χρειάζεται μία «δίκαιη μετάβαση», επισημαίνει η ευρωβουλευτής Μαρία Σπυράκη. «Μόνο στην Ελλάδα έχουμε την περίπτωση της δυτικής Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης που εξαρτώνται πλήρως από την πορεία της απο-λιγνιτοποίησης» σημειώνει και προσθέτει: «Είναι λοιπόν απαραίτητο εκεί να υπάρχουν ώριμα σχέδια, να επενδυθούν χρήματα και να μη μείνει κανένας πίσω. Επιτρέψτε μου να πω ότι η ταχύτητα της απο-λιγνιτοποίησης πρέπει να είναι κριτήριο επιλεξιμότητας για τη χρηματοδότηση των νέων προγραμμάτων από το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης».

Η Πολωνία εξαρτάται από την παραγωγή λιγνίτη όσο καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα και αποστασιοποιείται από το Green Deal της νέας Κομισιόν. Απαιτεί περισσότερο χρόνο καθώς και ευρωπαϊκές επιδοτήσεις δισεκατομμυρίων. Βρισκόμαστε στο ίδιο μήκος κύματος με τους Πολωνούς; «Το αντίθετο», λέει η Ελληνίδα ευρωβουλευτής. «Εμείς πάμε να είμαστε στην πρωτοπορία του Green Deal. Αντί να ζητήσουμε χρόνο για την απο-ανθρακοποίηση, ζητάμε την υποστήριξη των πρωτοπόρων, ούτως ώστε κανείς να μη μείνει πίσω».

«Αλλαγή του οικονομικού μοντέλου»

Από εκει και πέρα οι περισσότερες πολιτικές ομάδες της Ευρωβουλής, από το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα μέχρι τους Πράσινους, συμφωνούν στην εκτίμηση ότι το Green Deal δεν θα πετύχει, αν δεν συνοδευθεί από μία αλλαγή του καταναλωτικού μοντέλου. Όπως επισημαίνει η επικεφαλής των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών, Ιράτσε Γκαρθία Πέρες «το Green Deal δεν είναι μία οποιαδήποτε στρατηγική. Μιλάμε για μία αλλαγή του οικονομικού μοντέλου στην Ευρώπη. Χρειαζόμαστε κοινωνική δικαιοσύνη και δίκαιη μετάβαση. Κανείς δεν πρέπει να μείνει πίσω καθώς θα υλοποιούνται αυτές οι θεμελιώδες αλλαγές. Και προφανώς για να γίνει αυτό, θέλουμε μεγαλύτερη προϋπολογισμό, θέλουμε οικονομικούς πόρους...».

naftemporiki.gr
Σχόλια