Προστασία από χημικά όπλα στο πεδίο της μάχης με γενετική θεραπεία;

Προστασία από χημικά όπλα στο πεδίο της μάχης με γενετική θεραπεία; Ο εμφύλιος στην Συρία έδειξε ότι οι διεθνείς συνθήκες απαγόρευσης των χημικών όπλων δεν εμπόδισαν τους εμπολέμους να χρησιμοποιήσουν θανατηφόρους νευροπαραλυτικούς παράγοντες κατά μαχητών και αμάχων αδιακρίτως. Η αντιμετώπιση των συμπτωμάτων μιας επίθεσης με χημικά πρέπει να γίνει άμεσα, τονίζουν οι ειδικοί, χωρίς ωστόσο αυτό να διασφαλίζει ότι τα θύματα θα γλυτώσουν τους σπασμούς ή τις εγκεφαλικές βλάβες. Ερευνητές του αμερικανικού Στρατού ευελπιστούν να δώσουν λύση στο πρόβλημα με μια γενετική τροποποίηση η οποία επέτρεψε σε πειραματόζωα να δημιουργήσουν πρωτεΐνες που θα τα θωρακίζουν από τοξικές ουσίες για μήνες. Θεωρητικώς η στρατηγική αυτή μπορεί να υιοθετηθεί και από τους ανθρώπους, προστατεύοντάς τους για εβδομάδες ή και μήνες από ορισμένους τύπους χημικών όπλων. Μόνο που άλλο τα ποντίκια στο εργαστήριο και άλλο οι άνθρωποι. Βιοχημικοί επιστήμονες προειδοποιούν ότι η εισδοχή μιας πρωτεΐνης σε άνθρωπο θα μπορούσε ενδεχομένως να οδηγήσει στην εκδήλωση κάποιας ανοσοποιητικής αντίδρασης. «Υπάρχουν αρκετά υπέρ και κατά» λένε χαρακτηριστικά. Οι πιο γνωστοί νευροπαραλυτικοί παράγοντες είναι συνθετικές οργανικές ενώσεις του φωσφόρου (organophosphates) όπως τα διαβόητα sarin, soman, cyclosarin και tabun. Πολλά από τα οργανοφωσφορικά αυτά χημικά έχουν γίνει πρωτοσέλιδα –συνοδευόμενα συνήθως από φρικτές φωτογραφίες. Όλα μπλοκάρουν ένα ένζυμο που ρυθμίζει τα επίπεδα του νευροδιαβιβαστή ακετυλοχολίνη στους μύς, προκαλώντας μυϊκούς σπασμούς, δυσκολία στην αναπνοή, ακόμη και θάνατο. Η αντιμετώπιση της δράσης τους δια της χορήγησης ατροπίνης και διαζεπάμης είναι η μέθοδος που χρησιμοποιείται όμως η θεραπεία πρέπει να γίνει χωρίς καθυστέρηση ενώ πάντα υπάρχει το ρίσκο μόνιμης νευρολογικής βλάβης. Η έκχυση στον οργανισμό των πειραματόζωων παραλλαγών ανθρώπινων ενζύμων σε ρόλο «επιταχυντών» με αποστολή την διάλυση των οργανοφωσφορικών δηλητηρίων, πριν προλάβουν να προκαλέσουν βλάβες, είναι μια πρόταση. Ωστόσο θα απαιτείτο η έκχυση μιας τεράστιας ποσότητας ‘bioscavengers’ –όπως το ένζυμο ΡΟΝ1– στο αίμα αλλά και η εξεύρεση τρόπου να προστατευτούν οι εισαγόμενες πρωτεΐνες από επίθεση του ανοσοποιητικού προκειμένου να μπορέσουν να δράσουν. Οι ερευνητές του Medical Research Institute of Chemical Defense του αμερικανικού Στρατού ακολούθησαν διαφορετική οδό. Μετέτρεψαν το ήπαρ των πειραματόζωων σε «εργοστάσιο» παραγωγής τέτοιων ενζύμων, χρησιμοποιώντας έναν άκακο ιό για την μεταφορά γενετικών οδηγιών στα ηπατικά κύτταρα των ποντικιών. Το «μήνυμα» πέρασε και τα κύτταρα άρχισαν να παράγουν μια δραστική παραλλαγή του ενζύμου ΡΟΝ1. Μάλιστα στα συγκεκριμένα ζώα το συνθετικό ένζυμο παρέμεινε σταθερό καθ’ όλη την πεντάμηνη διάρκεια της σχετικής μελέτης. Τα τρωκτικά επέζησαν μετά από εννέα, κανονικά θανατηφόρες, δόσεις νευροπαραλυτικών παραγόντων σε διάστημα έξι και πλέον εβδομάδων. Αν και ο οργανισμός τους δημιούργησε αντισώματα κατά της «ξένης» πρωτεΐνης, αυτό δεν εμπόδισε την δράση της. Όσο για τα επίπεδα του ΡΟΝ1 διαπιστώθηκε ότι ήταν υψηλά και όταν το ένζυμο εισήχθη με ένεση στους μυς, μια πιο πρακτική μέθοδος σε συνθήκες εκστρατείας. Η αντιμετώπιση χημικών όπλων με προληπτική γενετική θεραπεία θα μπορούσε να προστατεύσει στρατιώτες στο πεδίο της μάχης, στρατιωτικούς σκύλους εργασίας, ιατρικό προσωπικό και ομάδες άμεσης ανταπόκρισης αλλά και αγρότες που εκτίθενται σε οργανοφωσφορικά ζιζανιοκτόνα. Αυτά είναι λιγότερο τοξικά από τα χημικά όπλα, ωστόσο σε υψηλές δόσεις οι βλάβες στην υγεία είναι παρόμοιες. Παρά το πρωτοποριακό της μελέτης πάντως, δεν είναι λίγοι οι επιστήμονες που παραμένουν σκεπτικοί. Η… έκδοση-τούρμπο του ΡΟΝ1 δεν αποκλείεται να προκαλέσει ισχυρή αντίδραση του ανοσοποιητικού σε ανθρώπους μειώνοντας την αποτελεσματικότητα του ενζύμου ή δημιουργώντας σοβαρά προβλήματα υγείας, επισημαίνουν. Θα μπορούσε να πολεμήσει π.χ την «ανθρώπινη» πρωτεΐνη ΡΟΝ1, με την οποία ο οργανισμός μας ελέγχει την βλαβερή χοληστερίνη, αυξάνοντας έτσι τον κίνδυνο καρδιακών παθήσεων. Οι ερευνητές του Στρατού παραδέχονται ότι υπάρχουν θέματα αλλά όπως λένε «η μελέτη απέδειξε κατ’ αρχήν το εφικτόν της υπόθεσης». Αλέξανδρος Θεολόγου






Ο εμφύλιος στην Συρία έδειξε ότι οι διεθνείς συνθήκες απαγόρευσης των χημικών όπλων δεν εμπόδισαν τους εμπολέμους να χρησιμοποιήσουν θανατηφόρους νευροπαραλυτικούς παράγοντες κατά μαχητών και αμάχων αδιακρίτως. Η αντιμετώπιση των συμπτωμάτων μιας επίθεσης με χημικά πρέπει να γίνει άμεσα, τονίζουν οι ειδικοί, χωρίς ωστόσο αυτό να διασφαλίζει ότι τα θύματα θα γλυτώσουν τους σπασμούς ή τις εγκεφαλικές βλάβες.

Ερευνητές του αμερικανικού Στρατού ευελπιστούν να δώσουν λύση στο πρόβλημα με μια γενετική τροποποίηση η οποία επέτρεψε σε πειραματόζωα να δημιουργήσουν πρωτεΐνες που θα τα θωρακίζουν από τοξικές ουσίες για μήνες. Θεωρητικώς η στρατηγική αυτή μπορεί να υιοθετηθεί και από τους ανθρώπους, προστατεύοντάς τους για εβδομάδες ή και μήνες από ορισμένους τύπους χημικών όπλων. Μόνο που άλλο τα ποντίκια στο εργαστήριο και άλλο οι άνθρωποι.

Βιοχημικοί επιστήμονες προειδοποιούν ότι η εισδοχή μιας πρωτεΐνης σε άνθρωπο θα μπορούσε ενδεχομένως να οδηγήσει στην εκδήλωση κάποιας ανοσοποιητικής αντίδρασης. «Υπάρχουν αρκετά υπέρ και κατά» λένε χαρακτηριστικά.




Οι πιο γνωστοί νευροπαραλυτικοί παράγοντες είναι συνθετικές οργανικές ενώσεις του φωσφόρου (organophosphates) όπως τα διαβόητα sarin, soman, cyclosarin και tabun. Πολλά από τα οργανοφωσφορικά αυτά χημικά έχουν γίνει πρωτοσέλιδα –συνοδευόμενα συνήθως από φρικτές φωτογραφίες. Όλα μπλοκάρουν ένα ένζυμο που ρυθμίζει τα επίπεδα του νευροδιαβιβαστή ακετυλοχολίνη στους μύς, προκαλώντας μυϊκούς σπασμούς, δυσκολία στην αναπνοή, ακόμη και θάνατο. Η αντιμετώπιση της δράσης τους δια της χορήγησης ατροπίνης και διαζεπάμης είναι η μέθοδος που χρησιμοποιείται όμως η θεραπεία πρέπει να γίνει χωρίς καθυστέρηση ενώ πάντα υπάρχει το ρίσκο μόνιμης νευρολογικής βλάβης.

Η έκχυση στον οργανισμό των πειραματόζωων παραλλαγών ανθρώπινων ενζύμων σε ρόλο «επιταχυντών» με αποστολή την διάλυση των οργανοφωσφορικών δηλητηρίων, πριν προλάβουν να προκαλέσουν βλάβες, είναι μια πρόταση. Ωστόσο θα απαιτείτο η έκχυση μιας τεράστιας ποσότητας ‘bioscavengers’ –όπως το ένζυμο ΡΟΝ1– στο αίμα αλλά και η εξεύρεση τρόπου να προστατευτούν οι εισαγόμενες πρωτεΐνες από επίθεση του ανοσοποιητικού προκειμένου να μπορέσουν να δράσουν. Οι ερευνητές του Medical Research Institute of Chemical Defense του αμερικανικού Στρατού ακολούθησαν διαφορετική οδό.



Μετέτρεψαν το ήπαρ των πειραματόζωων σε «εργοστάσιο» παραγωγής τέτοιων ενζύμων, χρησιμοποιώντας έναν άκακο ιό για την μεταφορά γενετικών οδηγιών στα ηπατικά κύτταρα των ποντικιών. Το «μήνυμα» πέρασε και τα κύτταρα άρχισαν να παράγουν μια δραστική παραλλαγή του ενζύμου ΡΟΝ1. Μάλιστα στα συγκεκριμένα ζώα το συνθετικό ένζυμο παρέμεινε σταθερό καθ’ όλη την πεντάμηνη διάρκεια της σχετικής μελέτης.



Τα τρωκτικά επέζησαν μετά από εννέα, κανονικά θανατηφόρες, δόσεις νευροπαραλυτικών παραγόντων σε διάστημα έξι και πλέον εβδομάδων. Αν και ο οργανισμός τους δημιούργησε αντισώματα κατά της «ξένης» πρωτεΐνης, αυτό δεν εμπόδισε την δράση της. Όσο για τα επίπεδα του ΡΟΝ1 διαπιστώθηκε ότι ήταν υψηλά και όταν το ένζυμο εισήχθη με ένεση στους μυς, μια πιο πρακτική μέθοδος σε συνθήκες εκστρατείας.


Η αντιμετώπιση χημικών όπλων με προληπτική γενετική θεραπεία θα μπορούσε να προστατεύσει στρατιώτες στο πεδίο της μάχης, στρατιωτικούς σκύλους εργασίας, ιατρικό προσωπικό και ομάδες άμεσης ανταπόκρισης αλλά και αγρότες που εκτίθενται σε οργανοφωσφορικά ζιζανιοκτόνα. Αυτά είναι λιγότερο τοξικά από τα χημικά όπλα, ωστόσο σε υψηλές δόσεις οι βλάβες στην υγεία είναι παρόμοιες. Παρά το πρωτοποριακό της μελέτης πάντως, δεν είναι λίγοι οι επιστήμονες που παραμένουν σκεπτικοί.

Η… έκδοση-τούρμπο του ΡΟΝ1 δεν αποκλείεται να προκαλέσει ισχυρή αντίδραση του ανοσοποιητικού σε ανθρώπους μειώνοντας την αποτελεσματικότητα του ενζύμου ή δημιουργώντας σοβαρά προβλήματα υγείας, επισημαίνουν. Θα μπορούσε να πολεμήσει π.χ την «ανθρώπινη» πρωτεΐνη ΡΟΝ1, με την οποία ο οργανισμός μας ελέγχει την βλαβερή χοληστερίνη, αυξάνοντας έτσι τον κίνδυνο καρδιακών παθήσεων. Οι ερευνητές του Στρατού παραδέχονται ότι υπάρχουν θέματα αλλά όπως λένε «η μελέτη απέδειξε κατ’ αρχήν το εφικτόν της υπόθεσης».

Αλέξανδρος Θεολόγου
Σχόλια