Σταμάτα επιτέλους τη γκρίνια και ρίξε μια ματιά γύρω σου…

http://www.diaforetiko.gr/wp-content/uploads/2015/05/5782631458_8d4907eaef_b.jpg Γράφει η Στεύη Τσούτση.

Γκρινιάζουμε φίλε.
Καθημερινά κι ακατάπαυστα. Τρωγόμαστε με τα ρούχα μας, πώς να στο πω αλλιώς;
Μας φταίει το σπίτι μας, η δουλειά, οι φίλοι, οι συγγενείς, τα ταίρια μας. Όλα θα μπορούσαν να μας πηγαίνουν αλλιώς αλλά δε βλέπουμε προκοπή. Λες και κάποιος μας έχει ρίξει ένα βασιλικό, γκαντέμικο φάσκελο. Κι όλα μας πάνε ανάποδα.

Κοινώς δεν είμαστε με τίποτα ευχαριστημένοι. Γι’ αυτό και γκρινιάζουμε. Με σθένος, με μπρίο, με επιμονή. Κι ενίοτε με νάζι, για να μη χάνουμε και τη γοητεία μας.
Γκρινιάζουμε ακούραστα, αβίαστα και βασανιστικά. Λες κι από το παράπονο, το γινάτι ή ακόμη και τη μιζέρια αυτή, εξαρτάται η ζωή μας.
Λες και πρόκειται το Σύμπαν να ακούσει το θεματάκι μας και να το διορθώσει. Να μας ευχαριστήσει, από φόβο μην του σπάσουμε περισσότερο τα νεύρα. Γιατί μόνο αυτό έχει μείνει ψύχραιμο. Όλων των άλλων τα έχουμε τερματίσει. Κρόσσια τα νεύρα, κρόσσια.
Αλλά και χατίρι να μας κάνει, εμείς θα ευχαριστηθούμε; Ίσως… Μπορεί για λίγο και μετά ξανά προς τη γκρίνια θα τραβήξουμε. Γιατί την τραβάει ο οργανισμός μας. Όσο για τους άλλους που αναγκάζονται να την ανεχτούν, μήτε νοιάστηκε, μήτε και ρώτησε ποτέ κανείς.
Μεγάλο πράγμα να σε απασχολεί ο εαυτός μας. Δουλειά πλήρους απασχόλησης.
Τα θέματα μας διογκώνονται μέσα στο γκρινιάρικο κεφάλι μας κι όλα γίνονται μαύρα. Όλα δυσάρεστα, όλα άτυχα, όλα ανάποδα.
Σώνει, όμως, φίλε γιατί δεν πάει έτσι η δουλειά. Δε βλέπουμε προκοπή. Και πώς να δούμε άλλωστε;
Πως μπορούμε να γκρινιάζουμε για το σπίτι μας, όταν άλλοι άνθρωποι εκεί έξω κοιμούνται σε χαρτόκουτα; Όταν είναι έρμαια των καιρικών συνθηκών και στερούνται τα βασικά;

Πως μπορούμε να γκρινιάζουμε για τη δουλειά που έχουμε, όταν τόσοι και τόσοι λιώνουν ζευγάρια παπούτσια ψάχνοντας; Τους κόβεται το ρεύμα, το νερό, αδυνατούν να πληρώσουν τα χρέη και τις βασικές ανάγκες των παιδιών τους;

Προσέξαμε άραγε ποτέ, εμείς, οι εγκλωβισμένοι στον εαυτό μας , πόσο έχουν αυξηθεί οι ζητιάνοι; Πόσο έχουν αλλάξει; Άνθρωποι κάθε ηλικίας, αξιοπρεπέστατοι, που βγαίνουν στο μετρό και πουλούν κάτι. Και δε δέχονται ελεημοσύνη. Μόνο να αγοράσουμε λίγα λεπτά του ευρώ κάτι. Ένα στυλό, έναν αναπτήρα. Να τους βοηθήσουμε.

Πόνος, δυστυχία, εξαθλίωση. Αυτά είναι αληθινά προβλήματα.
Μια βόλτα σε ένα νοσοκομείο μπορεί να μας φέρει αντιμέτωπους με το σκληρό πρόσωπο της ζωής. Με αυτό του ωμού, ανθρώπινου πόνου, της μάχης για επιβίωση, του φόβου του θανάτου.
Στον Άγιο Σάββα σήμερα, ένα σκυφτό γεροντάκι έφτιαχνε τη μάσκα οξυγόνου της ταλαίπωρης γυναίκας του. Και της έκανε αέρα με μια βεντάλια, της έστρωνε τα μαλλιά. Κι έβλεπες στα μάτια της την ευγνωμοσύνη και στα δικά του το φόβο της μοναξιάς. Της απώλειας.
Άνθρωποι είμαστε που να πάρει. Ας δούμε και λίγο μακρύτερα από τη μύτη μας. Ας καταλάβουμε πως δε γυρίζει η γη γύρω από το δικό μας άξονα. Πως υπάρχουν άλλοι εκεί έξω που πραγματικά βασανίζονται. Που έχουν το δικαίωμα, μην πω την υποχρέωση, να γκρινιάξουν και δεν το κάνουν. Δέχονται στωικά κάθε χτύπημα. Με χαμόγελο. Με πίστη κι ελπίδα.

Μήπως να παραδειγματιστούμε; Μήπως να πούμε κι ένα ευχαριστώ που έχουμε την υγεία μας;
Μήπως να αφήσουμε για λίγο τον εαυτό μας στην άκρη και να ενδιαφερθούμε για άλλα, πιο σημαντικά κι επείγοντα;
Αλλά κι όρεξη για εθελοντισμό να μην έχουμε, γιατί δε γεννήθηκαν όλοι φιλάνθρωποι, πώς να το κάνουμε τώρα, ας μην προκαλούμε.
Με γκρίνιες κι αναίτιες μιζέριες. Γιατί κάποιος εκεί έξω γελάει.
Και το πρόβλημα δεν είναι πως γελάει αλλά ότι γελάει μαζί μας…

Πηγή
Σχόλια