Τι περιμένει η Αθήνα από τη Scope – Τα σημαντικά νέα… από Σεπτέμβριο

Ο γερμανικός οίκος είναι και ο πρώτος οργανισμός αξιολόγησης της Δύσης ο οποίος θα κρίνει το αξιόχρεο της χώρας μας μετά από τις εκλογές της 25ης Ιουν



Πόση «βαρύτητα» έχει η αξιολόγηση του γερμανικού οίκου και ποια τα κρίσιμα «ραντεβού» του φθινοπώρου. Πώς αποδίδουν τα ελληνικά ομόλογα πριν και μετά την επενδυτική βαθμίδα, ποια τα οφέλη από την ανάκτησή της.

Θέμα λίγων ωρών είναι η δημοσιοποίηση από πλευράς Scope Ratings της νέας αξιολόγησής της για την ελληνική οικονομία την Παρασκευή.

Ο γερμανικός οίκος είναι και ο πρώτος οργανισμός αξιολόγησης της Δύσης ο οποίος θα κρίνει το αξιόχρεο της χώρας μας μετά από τις εκλογές της 25ης Ιουνίου και τον σχηματισμό της δεύτερης κυβέρνησης Μητσοτάκη.

Προηγήθηκε ο ιαπωνικός οίκος R&I στις 31 Ιουλίου ο οποίος ήταν και ο πρώτος που «ανέβασε» την Ελλάδα ξανά στο επίπεδο του investment grade.

H 4η Αυγούστου, λοιπόν, φέρνει την «ώρα της κρίσης» από την Scope η οποία θα αξιολογήσει το ελληνικό αξιόχρεο και θα αποφανθεί εάν «αξίζει» να της παράσχει, ή όχι, την επενδυτική βαθμίδα. Υπενθυμίζεται πως ο γερμανικός οίκος αξιολογήσεων ήταν και ο πρώτος ο οποίος προ μηνών αναβάθμισε το outlook της Ελλάδας δίνοντας το ΒΒ+, δηλαδή ένα «σκαλοπάτι» κάτω από το investment grade, με τους υπόλοιπους οίκους να ακολουθούν.

Τώρα, μετά και το τέλος της παρατεταμένης εκλογικής περιόδου, οι οίκοι αξιολόγησης αποτιμούν θετικά την ανάκτηση της πολιτικής σταθερότητας, κάτι που δεδομένα θα «βαρύνει» στις αξιολογήσεις τους.

Το «βάρος» της αξιολόγησης της Scope

Ωστόσο, όσο και αν μία απόδοση επενδυτικής βαθμίδας από την Scope Ratings είναι… good news για την Αθήνα, και σαφέστατα μία επιθυμητή εξέλιξη, πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι τα σημαντικά νέα η κυβέρνηση τα αναμένει από τον Σεπτέμβριο, και από τα «χείλη» των DBRS, Fitch, S&P και Moody’s. Και αυτό γιατί ο γερμανικός οίκος δεν έχει λάβει ακόμα την σφραγίδα έγκρισης της ΕΚΤ για να «σταθεί» στους «μεγάλους» και αναγνωρισμένους οίκους.

Το παραπάνω σημαίνει πως, χωρίς την επίσημη έγκριση της ΕΚΤ, οι αξιολογήσεις της Scope δεν λαμβάνονται υπόψη από το Ευρωσύστημα, είτε δώσει, είτε όχι, την επενδυτική βαθμίδα.

Ας σημειωθεί ότι ανάμεσα στους άλλους οίκους οι S&P και Fitch αποδίδουν στη πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας το ΒΒ+ με θετικές προοπτικές ο πρώτος και σταθερές ο δεύτερος, ενώ η DBRS αποδίδει ΒΒ high με σταθερό outlook. Ο πιο «αυστηρός» οίκος αξιολόγησης είναι η Moody’s κρατώντας την Ελλάδα στο Βa3 με θετικές προοπτικές, δηλαδή τρεις βαθμίδες κάτω από το investment grade.

Στο ημερολόγιο των επερχόμενων αξιολογήσεων η Ελλάδα έχει να αναμένει κρίσιμες ημερομηνίες το φθινόπωρο. Ο οίκος DBRS προηγείται στις 8 Σεπτεμβρίου, με την Moody’s να ακολουθεί στις 15 Σεπτεμβρίου, στις 20 Οκτωβρίου παίρνει σειρά η Standard & Poor’s και ο οίκος Fitch την 1η Δεκεμβρίου.

Το ελληνικό αξιόχρεο «πριν και μετά» την αναβάθμιση του

Ακόμα και αν η βαρύτητα μίας πιθανής αναβάθμιση της ελληνικής πιστοληπτικής ικανότητας από την Scope είναι εντός συγκεκριμένων ορίων, δεν πρέπει να λησμονείται πως οι αγορές χρέους δείχνουν να προεξοφλούν την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας καθώς εδώ και καιρό αντιμετωπίζουν τα ελληνικά ομόλογα σαν να μην βρίσκονται σε κατάσταση junk.

Είναι χαρακτηριστικό, πως τα ελληνικά ομόλογα παρουσιάζουν αποδόσεις και spreads καλύτερα από εκείνα της Ιταλίας, που βρίσκεται εντός επενδυτικής βαθμίδας, με τις αποδόσεις των 10ετών κρατικών ομολόγων, που εκτινάχθηκαν πάνω από το 40% το 2012, να είναι κάτω από το 4%, ποσοστό μικρότερο από την απόδοση που ζητούν οι επενδυτές για τα ιταλικά ομόλογα και μόνο περίπου 1,4 ποσοστιαίες μονάδες περισσότερο από το γερμανικό χρέος. Και αυτό πριν η Ελλάδα αποκτήσει την επενδυτική βαθμίδα…

Τα οφέλη από την επενδυτική βαθμίδα

Ενώ οι αγορές προεξοφλούν την ανάκτηση του investement grade από την Ελλάδα, το βέβαιο είναι πως τα οφέλη από αυτήν θα είναι σημαντικά, όποτε γίνει πραγματικότητα. Ήδη, οι διαδοχικές αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας έχουν προσφέρει ευεργετικές επιδράσεις, καθώς, όπως υπολόγιζε τον Ιούλιο η ΤτΕ, οι αποδόσεις των ελληνικών 10ετών κρατικών ομολόγων βρίσκονται σήμερα σε επίπεδα 170 μ.β. χαμηλότερα από εκείνα στα οποία (υποθετικά) θα ήταν αν δεν είχαν πραγματοποιηθεί οι αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής αξιολόγησης του Ελληνικού Δημοσίου, και αυτό παρά τη σημαντική αύξηση των αναμενόμενων επιτοκίων σε ορίζοντα δεκαετίας κατά 200 μ.β.

Την ίδια στιγμή, υπολογίζοντας την παράμετρο του πιστωτικού κινδύνου, η οποία «παίζει» σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των αποδόσεων των εκδόσεων χρέους χωρών με χαμηλή πιστοληπτική ικανότητα όπως η Ελλάδα και η Ιταλία, η επενδυτική βαθμίδα αναμένεται να επιδράσει ευεργετικά. Και αυτό γιατί, ο πιστωτικός κίνδυνος που σχετίζεται με τη χαμηλή πιστοληπτική αξιολόγηση του Ελληνικού Δημοσίου προσθέτει στις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων περίπου 100 μ.β., ενώ κατά τη διάρκεια του 2019 και πριν η Ελλάδα κατακτήσει την σταδιακή βελτίωση της πιστοληπτικής της θέσης, εκτιμάται ότι , κατά μέσο όρο προσέθετε επιπλέον 270 μ.β. στις αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων. Ως εκ τούτου, δεν είναι τυχαίο που η επενδυτική βαθμίδα αναμένεται, λίγο-πολύ, ως «μάννα εξ ουρανού», από πάσα έναν ενδιαφερόμενο…

Σχόλια